Οικογενειακή ιστορία [απόσπασμα]
[...] Ο παππούς ήταν καφετζής και η γιαγιά ξενοδούλευε σε σπίτια, τότε σκάλες λέγανε και φανταζόμουνα σπίτια θεόρατα... Το δικό μας ένα χαμόσπιτο ήταν, ούτε σκάλες είχε, ούτε καθαριότητα. Προπάππου και προγιαγιά δεν γνώρισα, να τα λέμε αυτά από την αρχή, και για ότι έκαναν ευθύνη δεν φέρω.
Ο παππούς ήταν καλός άνθρωπος. Λιγάκι νευρικός, μα Βενιζελικός παλιά, Ένωση Κέντρου αργότερα, Πασόκος στα στερνά... Η γιαγιά ήταν ότι και ο παππούς. Ο πατέρας ρέμπελος, τεμπέλης και η μητέρα τον αγαπούσε υπερβολικά και είχε "τυφλωθεί".
Έκανε μεγάλες προσπάθειες ο παππούς. Μια τρύπα να έβρισκε για τον γιό του. Μια θεσούλα, τότε κλητήρας λέγανε, και με την άνοδο του Λαού στην Εξουσία φίλησε -τα λένε αυτά, δεν ξέρω αν τα γράφουνε- κατουρημένες ποδιές. Είχε και έναν αδελφό, στα μέσα και στα έξω, στα γραφεία του Κινήματος, επαφές με γραμματείς, πολλές ελπίδες είχε εναποθέσει. Άλλωστε, δεν ζητούσε πολλά, ούτε σύμβουλο, ούτε γενικό ήθελε να κάνει τον πατέρα μου, μια απλή θεσούλα, βρέξει, χιονίσει να μπαίνει στο σπίτι ένας μισθός.
Ο πατέρας δεν σκάμπαζε από πολιτική. Γενικά, με τίποτα δεν σκάμπαζε και αυτή είναι όλη η ιστορία... Την ησυχία του ήθελε, απαιτήσεις δεν είχε, μια ωραία πολυθρόνα είχε βγάλει στην μικρή αυλή και τις μέρες που έλιαζε διάβαζε από δεύτερο χέρι την ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ του γείτονα. Είχε και εμένα μέσα στα πόδια του, μάλλον τον νευρίαζα, σίγουρα η αδιαφορία του νευρίαζε εμένα και έγινα ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ.
Δεν ήτανε άσκημα χρόνια. Ειδικά για τον πατέρα, που όλη μέρα καθόταν. Ο παππούς έφερνε το φαγητό, η γιαγιά το επιδόρπιο και η μητέρα έβαζε μια τάξη στο σπίτι. Βέβαια, το μαράζι μαράζι. Βαρύ το κλίμα. Οι τρύπες ήταν όλες κλειστές και οι θέσεις καπαρωμένες. Οι νέοι του Κινήματος τρύπωσαν γρήγορα και ανέβαιναν ψηλά... Για τους άλλους έχει ο παππούς, η γιαγιά, η μητέρα!
Τα μαράζια οδηγούν σε πρόωρο θάνατο -κάτι λένε και για τον καπνό αλλά δεν είναι σίγουροι ακόμα. [αυτό είναι άσχετο, αλλά κάπου ήθελα να το γράψω]. Ο παππούς με τον καημό πως δεν τα κατάφερε, η γιαγιά με τον εκσυγχρονισμό, καταργήθηκαν οι σκάλες, ήρθαν κοπέλες από τις χώρες τις σοσιαλιστικές. Και ο πατέρας, νέος με το μαράζι του βάζελου...
Σήμερα, ζει μόνο η μητέρα. Ξεστραβώθηκε... Έχει βρει έναν καλόν άνθρωπο και προσπαθεί να στρώσει τη ζωή της. Ο κυρ-Χαράλαμπος τσαγκάρης στο επάγγελμα επιδιορθώνει παλιά υποδήματα[...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου