Ο σελιδοδείκτης -μια νέα στήλη- κάνει τα πρώτα της βήματα. Κάθε Δευτέρα
θα συναντάει βιβλία και θα μεταφέρει μια πρόταση ανάγνωσης. Βιβλία που
διαβάσαμε ή και εκείνα που μας περιμένουν υπομονετικά. Έτσι, για να
αποφύγουμε τον υποκειμενισμό της δικής μας ανάγνωσης, καταξιωμένες πένες
της κριτικής οδηγούν την παρουσίαση.
Σελιδοδείκτης 13ος: Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης Ο σταλινισμός και οι μεταμοντέρνοι θαυμαστές του, εκδόσεις Επίκεντρο, 2013
γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης
Η διαλεκτική ως φονικό όπλο
Τα θέματα του Λεωνίδα Χατζηπροδρομίδη, δημοσιογράφου
διαπιστευμένου επί πολλά χρόνια στο Βελιγράδι, του μόνου έλληνα
ανταποκριτή που κάλυψε με αντικειμενικότητα τα γεγονότα της διάλυσης της
Γιουγκοσλαβίας, είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας και της συσσωρευμένης
γνώσης μιας ζωής. Θέματά του, ο κομμουνισμός και τα καθεστώτα της
Ανατολικής Ευρώπης, ο αυταρχισμός τους, ο δολοφονικός χαρακτήρας τους,
οι φιλόσοφοι που διαφώνησαν, οι διώξεις που υπέστησαν όσοι διαφώνησαν –
αλλά και οι σημερινοί «μεταμοντέρνοι» φιλόσοφοι που δεν διστάζουν,
μεταξύ παραδοξολογημάτων και δογματισμού, να αποθεώνουν τον
κομμουνιστικό αυταρχισμό.
Η ελληνική δημοσιογραφία, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αντιμετώπισε και το Γιουγκοσλαβικό μέσω της ανάδελφης ελληνικής προσέγγισης με την οποία έχει αντιμετωπίσει τόσα ακόμα ζητήματα (από το Μακεδονικό μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου), μοναδική αυτή σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην αρχή, γράφονταν ελάχιστα για τον πόλεμο που ο Μιλόσεβιτς και οι πολέμαρχοί του είχαν κηρύξει κατά της γιουγκοσλαβικής κοινωνίας στο σύνολο της. Όταν όλος ο κόσμος εξέφραζε τον αποτροπιασμό του για την τετραετή πολιορκία και το βομβαρδισμό του Σεράγεβο, όταν όλος ο κόσμος εξεγειρόταν για τη σφαγή στην αγορά του Σεράγεβο, ο ελληνικός Τύπος έκανε λόγο για προβοκάτσια, ενώ υπήρξαν δημοσιογράφοι που αποκαλούσαν τον Μιλόσεβιτς «Ντε Γκωλ των Βαλκανίων». Το έγκλημα της Σρεμπρένιτσα, όταν συνέβαινε, για τον ελληνικό Τύπο δεν άξιζε ούτε μονόστηλο – κι άλλωστε, τους «αδελφούς» Σέρβους συνέδραμαν μερικά «δικά μας παιδιά», έλληνες εθελοντές, που κινούνταν στο κλίμα της Χρυσής Αυγής, αλλά τότε μάλλον επιβραβεύονταν ως Έλληνες παρά εγκαλούνταν ως δολοφόνοι παραστρατιωτικών ταγμάτων.
Εκείνη την εποχή, κυρίως μια φωνή, σθεναρή και επίμονη, αντιτάχθηκε στη μαζική διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Αυτή μας ενημέρωνε για το τι ακριβώς συνέβαινε στην τότε Γιουγκοσλαβία. Ήταν η φωνή του Λεωνίδα Χατζηπροδρομίδη, ο οποίος με τις ανταποκρίσεις του αποκάλυπτε τις σφαγές των «ηρώων της ορθοδοξίας» Κάρατζιτς, Μλάντιτς, Αρκάν και πολλών ακόμα εθνικιστών και, κατ’ ουσίαν, φασιστών Σέρβων, κυρίως (αλλά και Κροατών). Αυτών που άλλοι παρουσίαζαν ως αγίους της ορθοδοξίας και άλλοι ως τους τελευταίους υπερασπιστές του κομμουνισμού. Ο Χατζηπροδρομίδης όμως έβαζε την αλήθεια πάνω από τα συμφέροντα, αποκαλύπτοντας σε όλο του το φάσμα το ψεύδος της δήθεν υπεράσπισης υψηλών ιδανικών από ανθρώπους που το μόνο που τους καθοδηγούσε ήταν η προσκόλληση στην εξουσία ή το μίσος για τις άλλες εθνότητες.
Ανταποκριτής της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στο Βελιγράδι (και περιστασιακά άμισθος συνεργάτης της Αυγής), ο Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης γνώριζε άριστα και εις βάθος όσα συνέβαιναν στο ανάδελφο έθνος της Σερβίας (ανάδελφο όπως και εμείς, δηλαδή ορθόδοξο που, δήθεν, κινδύνευε από την επέκταση ενός φανταστικού «μουσουλμανικού τόξου») τα χρόνια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας (1990-99). Και όσα γνώριζε τα μοιράστηκε με τους έλληνες αναγνώστες του, χωρίς να τα στρογγυλέψει, χωρίς να τα φιλτράρει στο μέτρο των πραγμάτων που έφταναν στην ελληνική κοινή γνώμη. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Πολλά χρόνια μετά τα τραγικά εκείνα γεγονότα, συνταξιούχος πια στην Ελλάδα, ο Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης συνεχίζει να παρεμβαίνει στα δημόσια πράγματα (αρθρογραφεί τακτικά στο AthensReviewofBooks). Τα θέματά του, είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας και της συσσωρευμένης γνώσης μιας ζωής. Ο κομμουνισμός και τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, ο αυταρχισμός τους, ο δολοφονικός χαρακτήρας τους, οι φιλόσοφοι που διαφώνησαν, οι διώξεις που υπέστησαν όσοι διαφώνησαν.
Τα άρθρα του, τα περισσότερα δημοσιευμένα αλλά ούτως ή άλλως δυσεύρετα, περιλαμβάνονται τώρα (μαζί με ανέκδοτα κείμενα) στο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε. Κοινό χαρακτηριστικό τους, η αναφορά στον σταλινικό αυταρχισμό και στις επιρροές του, τότε αλλά και σήμερα.
Με πάθος εφήβου, ο συγγραφέας αποκαλύπτει το μεγάλο ψεύδος που πιστευόταν από μεγάλα πλήθη επί σχεδόν 75 χρόνια, το σχετικό με τη δήθεν οικοδόμηση ενός κόσμου ισότητας και ελευθερίας, ενώ στην ουσία πίσω του κρυβόταν μια απεχθέστατη μορφή ολοκληρωτισμού, στον οποίο όχι μόνο δεν υπήρχε η παραμικρή θέση και για τη μικρότερη ελευθερία αλλά ούτε και ίχνος ισότητας. Ο συγγραφέας δηλώνει ότι τα κείμενα αυτού του τόμου «έχουν έναν ελάχιστο στόχο: να σεβαστούμε τα θύματα από όπου και αν προέρχονται και να καταδικάσουμε τους θύτες, αντί να τους χειροκροτούμε» ( σελ 25). Αυτό το βιβλίο είναι μια θαρραλέα καταγγελία των εγκλημάτων όσων ακόμη επιμένουν να διεκδικούν το χειροκρότημα για τους οπαδούς των κομμουνιστικών ολοκληρωτισμών και για τον εγκληματικό κόσμο που οικοδόμησαν.
ΚΟΛΑΚΟΦΣΚΙ ΚΑΙ ΤΣΕΣΛΑΒ ΜΙΛΟΣ
Ο Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου του προσεγγίζει τη σκέψη δυο μεγάλων αντιφρονούντων στον κόσμο του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Και οι δυο είναι Πολωνοί. Ο πρώτος είναι ο μεγάλος φιλόσοφος Λέσεκ Κολακόφσκι. Ένας φιλόσοφος που χαρακτηρίζεται από τον αγώνα του κατά του μεσσιανικού τρόπου σκέψης. Κατά μιας σκέψης η οποία όχι μόνο ήταν βέβαιη ότι γνωρίζει την αλήθεια, αλλά πίστευε επίσης ότι ήταν και ο μοναδικός εκπρόσωπος και δημιουργός αυτής της αλήθειας. Ο Κολακόφσκι εκφράζει τον αγώνα του ελεύθερου ανθρώπου υπέρ ενός ανοικτού κόσμου. Γι’ αυτό, πριν ακόμη από τον Οκτώβριο του 1956, τάσσεται κατά της κυρίαρχης στην Πολωνία κομμουνιστικής ιδεολογίας. Της ιδεολογίας που «αντιπροσώπευε μια γιγαντιαία πρόσοψη, ενώ η κρυμμένη πραγματικότητα πίσω απ’ αυτήν ήταν η καθαρή θέληση για εξουσία, για ολική εξουσία σαν σκοπός καθαυτός» (σελ. 30).
Ο Κολακόφσκι θεωρεί πώς ο σταλινισμός δεν ήταν μια εκτροπή της λενινιστικής θεώρησης των πραγμάτων, αλλά ότι «η εξίσωση: αλήθεια =κοσμοθεωρία του προλεταριάτου=μαρξισμός=κοσμοθεωρία του κόμματος= σκέψεις του ηγέτη είναι εντελώς σωστή στη λενινιστική εκδοχή του κόμματος» (σελ 57). Σ’ αυτό το πλαίσιο, η επίκληση του μαρξισμού δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά μια ρητορική που αποκρύβει την ακόρεστη βούληση για εξουσία και τις πολιτικές που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της ρωσικής αυτοκρατορίας. Αφού η αλήθεια είναι κομματική, τότε οποιοδήποτε κομματικό ψέμα είναι αλήθεια. Εξ ου, θα συμπλήρωνα, και οι πιο άθλιες απεικονίσεις του μαρξισμού ήσαν τα εγχειρίδια της Σοβιετικής Ακαδημίας περί Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού. Εγχειρίδια που παρουσίαζαν ως μαρξισμό την κομματική αλήθεια και ταύτιζαν την κομματική αλήθεια με τον μαρξισμό.
Ο συγγραφέας παρακολουθώντας το νήμα της σκέψης του Κολακόφσκι μάς αποκαλύπτει ένα ημιθρησκευτικό κίνημα, που εμφανιζόταν ως η ιδεολογική έκφραση μιας τελικής ιστορίας, ενώ στην ουσία ήταν η έκφραση ενός στυγνού ολοκληρωτικού συστήματος. Δυστυχώς, στη χώρα μας, το αριστούργημα του Κολακόφσκι Τα κύρια ρεύματα του μαρξισμού, στο οποίο κυρίως αναφέρεται ο Χατζηπροδρομίδης, δεν έχει ακόμη μεταφραστεί.
Ο δεύτερος μεγάλος αντιφρονών, τις απόψεις του οποίου ανασυνθέτει ο συγγραφέας, είναι ο μεγάλος πολωνός ποιητής και δοκιμιογράφος Τσέσουαβ Μίλος. Το δοκίμιο του Μίλος Η αιχμάλωτη σκέψη (1953) αποτελεί τη βάση για την περιγραφή του αγώνα αυτού του ποιητή κατά κάθε είδους ολοκληρωτικής σκέψης. Ο Μίλος δανείζεται τον όρο Μούρτι-Μπινγκ από το βιβλίο του Στανίσλαβ Βιτκίεβιτς. Αυτό ήταν ένα χάπι που όποιος το έπαιρνε κατακτούσε τη γαλήνη και την ευτυχία. Έτσι, αφού περιγράφει τον σταλινισμό με τον όρο Νέα Πίστη και τον Ιστορικό και Διαλεκτικό Υλισμό με τον όρο Μέθοδο, υποστηρίζει ότι οι διανοούμενοι της εποχής προσαρμόζονταν στη Νέα Πίστη και τη Μέθοδο, αφού λάμβαναν το χάπι Μούρτι-Μπινγκ. Το χάπι που εξουδετέρωνε τον φόβο έναντι της εξουσίας και με «μαγικό» τρόπο σ’ ενέτασσε σ’ αυτήν.
Ο Μίλος όμως μιλάει και για το Κέτμαν, όρο που δανείστηκε από το βιβλίο του Γκομπινώ Θρησκείες και Φιλοσοφίες στην Κεντρική Ασία. Το Κέτμαν του Μίλος είναι ένας τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπου ο καθένας αποκρύπτει τις πραγματικές του σκέψεις. Η διπλή ζωή και η συνειδητή μαζική ηθοποιία είναι το σήμα κατατεθέν του Κέτμαν. Αυτό, με την κίνησή του, καλύπτει την επαγγελματική, την ηθική ζωή, τα πάντα.
Ο Μίλος, όπως και ο Κολακόφσκι, τονίζει την πολύ στενή σχέση μεταξύ σταλινικής και θρησκευτικής ορθοδοξίας και τη συνάφεια της σταλινικής φιλοσοφίας με τη φιλοσοφία της βίας. Στον σταλινικό ζόφο πάνω απ’ όλα τοποθετείται η ιστορική αναγκαιότητα, τη γνώση της οποίας κατέχει το κόμμα και εκφράζεται από τον ηγέτη Στάλιν. Αυτή η ιστορική αναγκαιότητα προϋποθέτει την κατάργηση της ανθρώπινης σκέψης. Ο Μίλος και ο Κολακόφσκι αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό, αλλά και με ελαφρά ειρωνεία, τη στάση αποδοχής εκ μέρους των δυτικών διανοουμένων του σταλινικού ζόφου. Τελικά, η «αιχμάλωτη σκέψη» είναι μια φοβισμένη σκέψη. Η ποίηση για τον Μίλος είναι το μόνο καταφύγιο του πνευματικά ανεξάρτητου ανθρώπου, ένα μέσο αυτοελέγχου.
ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝΙΣΜΟΥ
Ο Χατζηπροδρομίδης δείχνει τον σύντομο δρόμο που οδηγεί από τον αγροτικό λαϊκισμό του Τκάτσοφ στον Λένιν και από τον αναρχικό Νετσάγιεφ στον κομμουνιστή Στάλιν. Στη Ρωσία, στη θέση του αναπτυσσόμενου και πολλά υποσχόμενου προλεταριάτου, υπάρχουν απολυταρχισμός και αγροτική καθυστέρηση. Σ’ αυτή τη Ρωσία απ’ την οποία απουσιάζει ο χειραφετητικός λόγος, ο στόχος της τελειωτικής λύσης λαμβάνει θρησκευτική απόχρωση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο ιστορικών συνθηκών –υποστηρίζει ο Χατζηπροδρομίδης– ο γιακωβινισμός και ο μπλανκισμός δεν είναι εκδηλώσεις μιας ανερχόμενης αστικής κοινωνίας, αλλά μορφές έκφρασης ενός ουτοπικού σοσιαλισμού. Ο Τκάτσοφ μετέτρεψε αυτόν τον γιακωβινισμό σε σύστημα λαϊκισμού. Από αυτόν ξεκινά η πίστη ότι η επανάσταση είναι η δικτατορία της μειοψηφίας. Αυτός ο ρωσικός λαϊκισμός συγκλίνει στην άποψη που θέλει τη Ρωσία να υπερπηδά το στάδιο του καπιταλισμού και να ακολουθεί μια αυτόνομη ανάπτυξη ενός ρωσικού σοσιαλισμού.
Ο Λένιν ακολούθησε αυτή την άποψη. Εδώ θα ήθελα να συμπληρώσω ότι αρχικός υποστηρικτής της απ’ ευθείας μετάβασης της Ρωσίας στον σοσιαλισμό ήταν ο Τρότσκι και όχι ο Λένιν. Ο τελευταίος έγινε οπαδός αυτής της θέσης αφού και όταν κατέλαβαν οι μπολσεβίκοι την εξουσία. Ο μετά τον Νοέμβρη του 1917 Λένιν προσχώρησε στην άποψη του Τρότσκι, και όχι το αντίθετο. Αυτό δείχνει βεβαίως ότι η Δικτατορία της Οκτωβριανής Επανάστασης ήταν απόρροια μιας συνολικής αντίληψης για τη Δημοκρατία, το Διαφωτισμό, την αστική κοινωνία, και όχι απλή συνέπεια μιας σταλινικής διαστροφής.
Ο Λένιν αναγνώριζε ότι η θεωρία του οφείλει πολλά στον επαναστατικό λαϊκισμό του Νετσάγιεφ. Ο Χατζηπροδρομίδης υποστηρίζει, και μάλλον έχει δίκιο, ότι το σύνθημα του Νετσάγιεφ «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας. Διαλέξτε» εκφράζει τη λογική των ακραίων μορφών οργάνωσης.
Στα επόμενα τέσσερα κεφάλαια, ο συγγραφέας προσεγγίζει τον σταλινισμό ως υπόσχεση ελευθερίας, ως βολονταριστική έκφραση της αναγκαιότητας, ως εξουσία που επιβάλλεται στην κοινωνία και ως έκφραση ενός αβάστακτου ολοκληρωτισμού.
Με τον σταλινισμό, η μία και αδιαίρετη ιδεολογία επιβλήθηκε ολοκληρωτικά στην κοινωνία. Μετατράπηκε σ’ ένα σχέδιο για μια τέλεια κοινωνία, το οποίο «ολοκληρώθηκε με την προσωπική επιβολή και θέληση του ηγέτη […]. Στον σταλινικό κομμουνισμό η απόλυτη εξουσία του κατάργησε την πολιτική, την οικονομία, την ιστορία και την ανθρώπινη καθημερινότητα. […] Εδώ η βάση είναι η εξουσία, ενώ το εποικοδόμημα είναι όλες οι άλλες δραστηριότητες που κατευθύνονται και ελέγχονται απ’ αυτήν» (σελ 121-122). Η σχέση βάσης- εποικοδομήματος είναι μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες ζώνες του σοβιετικού μαρξισμού. Ο ίδιος ο Μαρξ αν είχε διαβάσει τι ανοησίες γράφτηκαν γι’ αυτή τη σχέση θα την είχε αποκηρύξει πάραυτα. Ο Χατζηπροδρομίδης, όμως, πιάνει την ακριβώς αντίθετη πλευρά αυτής της σχέσης για να δείξει την πραγματική διάσταση του σοβιετικού κομμουνισμού σ’ όλο του το μεγαλείο. Αυτός ήταν ένα σύστημα που όλες οι δομές και οι θεσμοί υπάγονταν στην εξουσία της μιας ιδεολογίας που τα ερμηνεύει όλα, του ενός κόμματος που εκπροσωπεί τα πάντα και του ενός ηγέτη που συμπυκνώνει μόνος του το νόημα της ιστορίας. Η οικονομία σ’ αυτό το σύστημα ήταν ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Η σπονδυλική στήλη ή η μαρξιστική βάση αυτής της κοινωνίας ήταν το μίσος και ο φόβος. Γράφει ο Χατζηπροδρομίδης:
Στις συνθήκες υπανάπτυξης στη Ρωσία, όπου
δεν υπάρχουν ελευθερίες, μαζικές οργανώσεις, Τύπος και συνδικάτα, η
οργάνωση του κόμματος αυτονομείται και καθορίζει τους στόχους του με
καθαρά ιδεολογικά κριτήρια. Ο Στάλιν του οποίου ο στόχος ήταν να ανέλθει
στην κομματική ιεραρχία, υπέτασσε τα πάντα σ’ αυτόν τον σκοπό. (σελ.
125).
Προσυπογράφω με μια μικρή επιφύλαξη. Ο κύριος ένοχος δεν ήταν οι συνθήκες υπανάπτυξης της Ρωσίας, αλλά η αντίληψη πώς η ιστορία έχει αντικειμενικούς νόμους που κάποιοι τους γνωρίζουν και γι’ αυτό νομιμοποιούνται να τους επιβάλουν στην «αδαή» κοινωνία. Γι’ αυτό και, πολύ σωστά, ο συγγραφέας προχωρεί στην ανάλυση του σταλινισμού ως συστήματος κυριαρχίας του αυτοπαρουσιαζόμενου ως αναγκαιότητα βολονταρισμού. Οι δίκες, για παράδειγμα, υποστηρίζει ο Χατζηπροδρομίδης, δεν είχαν σχέση με πραγματικές κατηγορίες και κατηγορούμενους, ήταν τμήμα της τυπολατρίας της εξουσίας που ήθελε να επιβάλει τον έλεγχο του κόμματος και πρωτίστως του ηγέτη επί της κοινωνίας. Η ιστορική αναγκαιότητα μετατράπηκε σε κομματική αναγκαιότητα για να εξυπηρετήσει τις τρέχουσες ανάγκες του σταλινικού μηχανισμού.
Ο Χατζηπροδρομίδης όμως δεν είναι υποστηρικτής μιας άποψης που αποδίδει τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό μόνο στις σταλινικές πρακτικές. Η νομιμοποίηση των μεθόδων του σταλινισμού δεν απορρέει από το παρελθόν ή από το παρόν, αλλά μόνο από τη χιλιαστική υπόσχεση του μέλλοντος. Αυτή η υπόσχεση ενυπάρχει στο μαρξικό έργο, κυριαρχεί στον λενινισμό και κορυφώνεται στον σταλινισμό. Ο συγγραφέας δεν μας μιλά για μια «αθώα» ιδεολογία, που κάποια διεστραμμένα μυαλά διέστρεψαν προς όφελός τους, αλλά για μια ιδεολογία λανθασμένη στη βάση της, που η πίστη της στο απόλυτο της βούλησης του επαναστατικού υποκειμένου κατέστρεψε το πιο ευγενές όραμα, το όραμα της ατομικής χειραφέτησης.
Δεν είναι τυχαίο που αναλύοντας τις απόψεις κάποιων πολύ πιο δυτικών «ανατολικών» διανοουμένων (Κολακόφσκι, Μίλος, Τζίλας) τονίζει την πικρία που αυτοί ένιωθαν από την αμέριστη υποστήριξη που έλαβε ο εγκληματικός σταλινισμός από μια σωρεία διανοουμένων. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω αυτά που έγραφε ο Νερούντα για τον γλοιώδη σταλινικό εισαγγελέα των δικών της Μόσχας:
Ακόμη και το χιόνι σταμάτησε να πέφτει,
ενώ οι δρόμοι ανοίγουν τελετουργικά για να περάσει η πομπή. Έπεσε βαθιά
σιωπή, γαλήνη στην καρδιά του χειμώνα, προς τιμήν του μεγάλου αγωνιστή
που η φλόγα του μπαίνει και πάλι στα θεμέλια της σοβιετικής πατρίδας.
Κηδεύουν τον μεγάλο Βισίνσκι (σελ. 97).
Απίστευτο!Ο ΝΕΟΣΤΑΛΙΝΙΚΟΣ ΣΛΑΒΟΪ ΖΙΖΕΚ
Μετά απ’ αυτά, το τελευταίο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στον «ριζοσπάστη»- διασκεδαστή Σλαβόι Ζίζεκ, είναι εξαιρετικά ευχάριστο λόγω της ειρωνικής διάθεσης του συγγραφέα, αλλά και λόγω της αποδόμησης ενός πραγματικού τσαρλατάνου της φιλοσοφίας. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες γιατί αυτό το κεφάλαιο είναι απολαυστικό και δεν θα ήθελα να στερήσω αυτήν την απόλαυση από κανένα αναγνώστη.
Ο Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης μας χάρισε ένα βιβλίο για τον τρόπο με τον οποίο η διαλεκτική μετατρέπεται σε «φονικό όπλο». Αξίζει να διαβαστεί από πολλούς.
Γιώργος Σιακαντάρης Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, διετέλεσε επιστημονικός διευθυντής στο ΙΣΤΑΜΕ. Βιβλία του: Οι μεγάλες απουσίες. Η ελληνική δημοκρατία σε άμυνα (2011), Ζαν-Ζακ Ρουσσώ: Ο φιλόσοφος της πεφωτισμένης δημοκρατίας (2012).
πηγή The books` journal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου