«Καταμεσής της
θάλασσας,
μου είπε βρίσκεται μια ρημαγμένη χώρα, που λέγεται Κρήτη…
Εκεί
υψώνεται η Ίδη,
που τ’ ομόρφαιναν άλλοτε νερά και δάση
μα έρημο λες και στέκει
τώρα, παλιωμένο»
Δάντης, Κόλαση XVI
ΑΣΜΑ
γράφει ο Μιχάλης Αρτεμάκης
Εδώ και αιώνες οι επισκέπτες της εκφράζανε το θαυμασμό τους στο μοναδικό Κρητικό Τοπίο. Χρησιμοποιώ τα λόγια ενός από τους σημαντικότερους περιηγητές του 19ου αιώνα, έτσι λέγανε τους τουρίστες εκείνης της περιόδου του Rombert Pashle. Τι γράφει και ποια ήταν η πρώτη του εντύπωση επισκεπτόμενος την Κρήτη το 1834 «Καθώς μπαίναμε στο όρμο των Χανίων, ξαφνιάστηκα από το μεγαλείο και την ομορφιά των Λευκών Ορέων».
Γιατί αυτή η μανία που διακρίνει το σύγχρονο Κρητικό, της καταστροφής του Κρητικού Τοπίου; Μήπως δεν ήταν και αυτό ένας από τους βασικούς συντελεστές - παράγοντες που έκαναν το νησί εδώ και πάνω από 50 χρόνια το μεγαλύτερο Τουριστικό προορισμό της χώρας; Και από μια κλειστή κοινωνία μετατράπηκε σε λίγες δεκαετίες σε μια ανοικτή κοινωνία; Αυτές όμως οι αλλαγές, δικαιολογούν την σημαντική υποβάθμιση που συντελέστηκε στη ιστορία, στο ανθρωπογενές περιβάλλον, στα ήθη και τα έθιμα μας; ή καλύτερα ο εκφυλισμός τους για να τα προσαρμόσουμε στο νέο καταναλωτικό πρότυπο ευμάρειας - υπερκατανάλωσης και ανορθολογισμού όπως είναι π.χ. οι άσκοπες μπαλοθιές σε κοινωνικές εκδηλώσεις αφαιρώντας στην κυριολεξία την «Κρητική ψυχή μας» «Τον Καπετάν Μιχάλη»; Θα μου πείτε οι εποχές αλλάζουν κατά συνέπεια και οι κοινωνικές συνήθειες, παραδόσεις.
Γατί ο παραδοσιακός οικιστικός ιστός του χωριού, επιτρέπεται και αλλοιώνεται από την «οικοπεδοφαγία» χωρίς κανένα σεβασμό στη τοπική αρχιτεκτονική, στην ιστορία και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των οικισμών μας; Αυτά μπορεί και συμβαίνουν μόνο όταν τίποτα δεν σε συνδέει με το παρελθόν, κατά συνέπεια το μόνο που μπορεί να σε ενδιαφέρει είναι η «αξιοποίηση» στο παρόν, με σκοπό το κέρδος, χωρίς να πολυσκοτίζεσαι για το μέλλον, ακόμα και αν διαπράττεται το μεγαλύτερο έγκλημα σε βάρος του δομημένου και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, σε τελευταία ανάλυση σε βάρος της ιστορίας και του πολιτισμού σου.
Πολλές είναι οι περιπτώσεις που εγκαταλείφτηκαν οι παραδοσιακοί οικισμοί, οικοπεδοποιήθηκε η παραγωγική γη, αναπτύχθηκαν διάσπαρτοι οικισμοί χωρίς πολεοδόμηση και υποδομές, εντελώς άναρχα και μέσα σε λίγες δεκαετίες άλλαξε ριζικά το κρητικό τοπίο ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα του νησιού όπου δημιουργήθηκε και η βασική τουριστική υποδομή σε διανυκτέρευση και τουριστικές υπηρεσίες. Σε λιγότερα από 30 χρόνια έγινε μια τεράστια περιβαλλοντική αλλαγή λόγω της άναρχης και απρογραμμάτιστης ανάπτυξης. Αυτό ήταν αναπόφευκτό ή μήπως προϊόν αναγκαστικό της ραγδαίας τουριστικής και αστικής ανάπτυξης; Νομίζω ούτε το ένα ούτε το άλλο ισχύει. Ήταν η παντελής έλλειψε ρυθμιστικού ρόλου του κράτους, στη δεκαετία του 60. Στη αρχή φάνηκε ότι τουλάχιστον στον Τουρισμό υπήρχε η πρόθεση να υπάρξουν κάποιοι κανόνες βάση και της εκπόνησης του πρώτου δεκαετούς Προγράμματος Τουριστικής Ανάπτυξης της Κρήτης[1]. Πολύ γρήγορα όμως φάνηκε ότι το μοντέλο της αντιπαροχής - άναρχης ανάπτυξης της Αθήνας και της αισθητικής υποβάθμισης στο δομημένο περιβάλλον, ήταν αυτό που θα υιοθετηθεί και για τις Τουριστικές Περιοχές όπως ήταν η Κρήτη. Έτσι σε πολλές από τις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες που κατασκευάστηκαν την περίοδο της χούντας με τα χαμηλότοκα δάνεια που τους εξασφάλιζε δεν υπήρξαν κανόνες πολεοδομικοί για την προστασία του τοπίου. Ο πυρετός του ευκολότερου πλουτισμού και της δημιουργίας εισοδημάτων από τις υπηρεσίες με την γρήγορη τριτογενοποίηση της οικονομίας (τουρισμός, δημόσιος τομέας) των αγροτικών πληθυσμών και κοινοτήτων, οδήγησαν πολύ γρήγορα στις ριζικές αλλαγές που έφερε η αστικοποίηση του πληθυσμού. Με αποτέλεσμα τη αισθητική και πολεοδομική υποβάθμιση των πόλεων.
Η πόλη των Χανίων είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, από πόλη των νεοκλασικών και των «γιασεμιών» σήμερα είναι η πόλη με τα ελάχιστα τετραγωνικά μέτρα πρασίνου ανά κάτοικο, παράλληλα με την αστικοποίηση και την άναρχη οικιστική ανάπτυξη του κάμπου των Χανίων, γη υψηλής παραγωγικότητας, ενώ θα μπορούσε να γίνει επέκταση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου της πόλης των Χανίων, προς την περιοχή του Ακρωτηρίου, όπως προτεινόταν. Έτσι εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε πληθυσμιακά η ενδοχώρα, παράλληλα με την απώλεια ενός σημαντικού τμήματος της αγροτικής παραγωγής που για αιώνες έκανε την Κρήτη αυτάρκη στα βασικά είδη διατροφής ή καλύτερα προσάρμοζε τις διατροφικές συνήθειες στις τοπικές παραγωγές, δημιουργώντας την παραδοσιακή κρητική κουζίνα και τον χαρακτηριστικό ανθρωπολογικά τύπο του λιπόσαρκου - ξερακιανού Κρητικού – Κρητικιάς που δεν έχει και πολύ σχέση με τους σημερινούς, τουλάχιστον όσο αφορά το βάρος. Θυμίζω κάτι που σημειώνει ο καθηγητής της προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης κος Καφάτος ότι: «η παχυσαρκία στα παιδιά μέχρι το 60 στην Κρήτη δεν ήταν μετρήσιμο μέγεθος στατιστικά».
Ποτέ
κανείς, όλα αυτά τα χρόνια, από τους κεντρικούς ή τοπικούς φορείς δεν
ασχολήθηκε συστηματικά και συνθετικά με όλες τις πλευρές και την σημασία που
έχει η διαχείριση του τοπίου στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης. Κάτι που στην
υπόλοιπη Ευρώπη έχει γνωρίσει τεράστια ανάπτυξη όσον αφορά στη αξιοποίηση και
επαναξιολόγηση των ενδογενών πόρων, επειδή εδώ και χιλιάδες χρόνια είναι αυτοί
που διαμορφώνουν τα ιδιαίτερα φυσικά, πολιτιστικά, ιστορικά και ανθρωπολογικά
χαρακτηριστικά κάθε περιοχής. Ανάλογη είναι και η προσέγγιση μας για το ιδιαίτερο Κρητικό Τοπίο σαν σύνολο των
ενδογενών πόρων το οποίο συμπεριλαμβάνει και τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά
του Κρητικού όπως διαμορφώθηκαν και διαμορφώνονται μέσα από τους αιώνες, με τις
παραδόσεις του, τις γαστρονομικές, τις μουσικές, τα ήθη και έθιμα, που τον
κάνουν να ξεχωρίζει από τους άλλους τοπικούς πολιτισμούς της Μεσογείου.
Αυτά
είναι που μας κάνουν περήφανους για τον τόπο μας και την καταγωγή μας, εδραιώνουν
την αγάπη μας όταν γνωρίζουμε την ιστορία μας, με όλα τα δυνατά και αδύνατα
σημεία της και παράλληλα μας κάνει να θέλουμε όλες τις πηγές που αποτελούν τις ζωντανές
μαρτυρίες μιας εποχής να τις διατηρήσουμε και να τις διασώσουμε ακόμα και όταν στεκόμαστε
κριτικά σε πλευρές της με βάση τις σύγχρονες θεωρήσεις της ιστορίας μας. Αυτό
αποτελεί ένα σημαντικό πολιτικό και ηθικό αξίωμα, που οφείλουμε σαν κοινωνία να
το αντιμετωπίσουμε άμεσα και για χάρη των μελλοντικών γενεών, πριν είναι πολύ
αργά. Ένας τόπος δεν μετριέται με το πόσα καταναλώνει αλλά από τον πολιτισμό
του, την αισθητική του, την ποιότητα ζωής, στις αστικές και αγροτικές περιοχές,
τις αξίες του, το φυσικό περιβάλλον του, την ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα,
τη δημοκρατικότητα και το πόσο όντως χωρίς να χάνει την ψυχή του είναι μια
πραγματικά ανοικτή κοινωνία, όπως την ορίζει ενας από τους σύγχρονους
φιλοσόφους ο Κάρλ Πόπερ.
Συμπέρασμα:
Η οργάνωση του χώρου και των οικονομικών δραστηριοτήτων, με τα κατάλληλα εργαλεία της χωροταξίας – πολεοδομίας – της οικονομικής γεωγραφίας και των αναλυτικών της μεθόδων θα πρέπει να συμβάλουν ώστε οι τοπικές κοινωνίες να ξεφύγουν από μια διαδεδομένη αντίληψη «οικοπεδομάχων» ή «οικοπεδομαχίας» που αντιμετωπίζει το σύνολο του αστικού και αγροτικού χώρου, σαν τη πρόσοδο μιας μελλοντικής ιδιωτικής συναλλαγής πώλησης και μόνο. Αρνούμενοι πεισματικά τα τελευταία χρόνια την χωροθέτηση και οργάνωση του χώρου σε ζώνες και χρήσεις αποκλειστικές, την προστασία του περιβάλλοντος και προσδιορισμένα με σαφήνεια τα όρια των οικισμών.
Καθοριστικός
στα ζητήματα αυτά είναι ο ρόλος των Τοπικών Φορέων προεξαρχόντων των Δήμων,
αλλά και της τοπικής κοινωνίας και των ενεργών πολιτών. Επιτέλους θα πρέπει και
η κεντρική κυβέρνηση να προχώρηση στη καταργήση του μέτρου, που διεκδικούμε
την παγκόσμια πρωτοτυπία. Μόνο στη χώρα μας ισχύει η δυνατότητα αστικής δόμησης «οπουδήποτε»
αρκεί να έχεις 4 στρέμματα. Έτσι ώστε παράλληλα με τα αντικίνητρα της
φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας που θεσπίστηκαν τελευταία να πάψει να
θεωρείται σαν προσοδοφόρα επένδυση μόνο η οικοδομή - κατοικία και να απορροφά
το σύνολο των πόρων ιδιαίτερα της μικρής αποταμίευσης. Στόχος πρέπει να είναι η
δημιουργία κινήτρων για την μεταφορά
πόρων σε παραγωγικούς τομείς και κλάδους την τοπικής μας οικονομίας,
συμβάλλοντας έτσι και εμείς στο μεγάλο στοίχημα της χώρας που δεν είναι άλλο
από την παραγωγική της ανασυγκρότηση.
[1] Εκπονήθηκε όταν υπουργός
Συντονισμού ήταν ο Κ. Μητσοτάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου