[...]Κούρασαν
το κορμί τους στο παιγνίδι των κορμιών. Είναι ο κόσμος μια πόλη, δυό
άνθρωποι,
ένα πιάτο φαγητό, ένα κρεβάτι, ένα αγκάθι, μια αγκαλιά. Τα μάτια σου.
Ένα μπουκάλι αλκοόλ. Ένα χελιδόνι έτοιμο για το ταξίδι της αναχώρησης.
Κράτησα βέβαια, και σημεία αναφοράς. Τα γράμματά σου, τη μελαγχολία του
Φάνη, το κόκκινο πουλόβερ...
Τα δεύτερα, δικά μου. Με τον τρόπο δύο εραστών.
ΥΓ. Διαβάζουμε πάντα την Μαργαρίτα
Α.ΣΤΕΓΟΣ [15.02.2015]
1. Οι άνθρωποι δε συγχωρούν όσους από έρωτα έχουν εκπέσει...
2.
Όσο πίσω κι αν πήγαινε πίσω, έφτανε στα παιδικά του χρόνια , δεν μπορούσε να
θυμηθεί. Μάλλον γιατί ποτέ
δεν είχε υπάρξει. Προσπάθησε να αναλύσει το γεγονός, "δεν ήταν η ώρα",
σκέφτηκε. Ένα ήταν σίγουρο: δεν είχε γιορτάσει ποτέ τις Αποκριές. Η ιδέα
της μάσκας δεν του ήταν απωθητική, πάντοτε όμως επικρατούσε το πρόσωπο… Τα σκεφτόταν όλα αυτά, τα περασμένα χρόνια στην γενέθλια πόλη, εκείνα στη Φλώρινα και στη
Σαλονίκη, όταν βρέθηκε εγκλωβισμένος σε ένα πολύχρωμο τσούρμο μικρών και
μεγάλων, μια ζωηρή παρέλαση στο κέντρο του Ηρακλείου.
Η πόλη επιχειρεί να
αποκτήσει το δικό της καρναβάλι. Μια σειρά εκδηλώσεων με μουσική, χορό,
βεγγαλικά, τσικνίσματα και κρασί! Θέλησε να αφήσει τους δισταγμούς του και να
ακολουθήσει τη γιορτή. Να είναι τα χρόνια που περνούν. Η δύσκολη συγκυρία της
κρίσης. Ή ο μικρός, που τώρα μεγαλώνει μαζί του.
Όποια απάντηση και να
δοθεί, η ευχή "Καλές Αποκριές", δόθηκε και φέτος! Μια γιορτή, μια υπερβολή της
καθημερινότητας. Ίσως πάλι να είχε την ανάγκη να σμίξει τους καρναβαλιστές. Να ξεφύγει, να ξεφύγει προσωρινά, από τους "μασκαράδες" της πόλης, της σκηνής, της ζωής.
Ένας συγγραφέας είναι μόνο ένας
ρεπόρτερ για τα όσα έχει ζήσει
Α.Strindberg
3. Το έργο "Miss Julie" του Άουγκουστ Στρίντμπεργκ ανεβάζει η θεατρική ομάδα Ιυττός σε σκηνοθεσία του Αντώνη Ντουράκη. Γράφουν οι συντελεστές της παράστασης και παρουσιάζουν το έργο:
" Στη διάρκεια της νύχτας του θερινού ηλιοστάσιου, μιας νύχτας βακχικού
γλεντιού και ερωτικού οργίου, όπου ένστικτα και βαθύτερες επιθυμίες
κυριεύουν, αυτή τη νύχτα διαδραματίζεται η ιστορία στο έργο του
Α.Strindberg «Miss Julie».
Τρεις άνθρωποι γνώριμοι.
Η Miss Julie – η κυρία του σπιτιού - ένας χαρακτήρας σύγχρονος,
είναι κατάλοιπο της παλιάς αριστοκρατίας. Θύμα των προβλημάτων της
οικογένειας της, των σφαλμάτων και της σύγχυσης της εποχής, των
περιστάσεων και της εύθραυστης ιδιοσυγκρασίας της, πλαγιάζει με τον
υπηρέτη της, και γι’ αυτό θα εκδικηθεί η ίδια τον εαυτό της,
παρακινούμενη από το αίσθημα της τιμής, εκ γενετής ή επίκτητο, από το
οποίο χαρακτηρίζονται οι ισχυρές τάξεις.
Ο Jean - ο υπηρέτης - δεν διαθέτει την προκατάληψη της τιμής. Έχει
εκπαιδευτεί με βλέψεις για ένα μέλλον αριστοκράτη. Έχει αποκτήσει
γνώσεις, εκλεπτυσμένες αισθήσεις και αισθητικό κριτήριο. Νιώθει ξένος
ανάμεσα στους ανθρώπους της τάξης του που τους περιφρονεί αλλά
ταυτόχρονα τους φοβάται, όπως φοβάται την Christine γιατί ξέρει τα
μυστικά του.
Η Christine – η μαγείρισσα και αρραβωνιαστικιά του Jean - είναι μια
γυναίκα γεμάτη δουλικότητα, γεμάτη από ηθική και θρησκεία που της
χρησιμεύουν ως καμουφλάζ για να φορτώσει στο Χριστό τις αμαρτίες της και
να εξασφαλίσει μια καλή δόση συγχώρεσης.
Παρόλο που μεταξύ των τριών αυτών ανθρώπων υπάρχει η ερωτική πράξη,
δεν μπορεί να υπάρξει μια ερωτική σχέση με την ευγενή έννοια της λέξης,
γιατί οι ψυχές των ανθρώπων αυτών είναι τόσο διαφορετικής ποιότητας".
Ένας συγγραφέας με πολλά πρόσωπα, ο Strindberg
ήταν συχνά ακραίος. Τα πρώιμα έργα του ήταν γραμμένα σε νατουραλιστικό στυλ και
συχνά συγκρίνονται με εκείνα του Henrik Ibsen. Ένα από τα πιο γνωστά του
έργα από εκείνη την περίοδο είναι η Miss Julie. Με αυτό καταπιάνεται μ` ένα
απ` τα αγαπημένα του θέματα, τη Δαρβινική μάχη μεταξύ των δύο φύλων μέσα από
μια κοινωνική πάλη και έναν δεσμό αγάπης-μίσους. Ο ίδιος ένιωθε ότι ο αληθινός
νατουραλισμός ήταν μια ψυχολογική μάχη του μυαλού. Δυο άνθρωποι που
μισιούνται την ίδια στιγμή και πασχίζουν να οδηγήσουν ο ένας τον άλλον στην
καταδίκη είναι το χαρακτηριστικό της πνευματικής εχθρότητας που πάλευε ν`
αιχμαλωτίσει. Πρόθεσή του ήταν τα έργα του να είναι αμερόληπτα κι
αντικειμενικά, παραθέτοντας έτσι μια επιθυμία να κάνει τη λογοτεχνία κάτι από
επιστήμη. Μεταξύ των χρόνων 1892 και 1897 υπέφερε από καταστάσεις εσωτερικής
ταραχής και βίωσε αρκετά ψυχωτικά επεισόδια, που τον οδήγησαν στο να καταγράψει
τις βασανιστικές σκέψεις του στο βιβλίο, που ήταν γραμμένο στα Γαλλικά, το
Inferno. Επακόλουθα, άρχιζε να παράγει έργα διαμορφωμένα απ` τον Συμβολισμό.
Θεωρείται ως ένας απ' τους πρωτοπόρους της Μοντέρνας Ευρωπαϊκής σκηνής και του
Εξπρεσσιονισμού.
Η πρεμιέρα της θα δοθεί την Πέμπτη 19
Φεβρουαρίου και οι παραστάσεις θα συνεχιστούν κάθε Πέμπτη, Παρασκευή,
Σάββατο και Κυριακή στις 21:30 στο θεατρικό χώρο "το
Σπίτι" στην περιοχή της Αγίας Τράδας.
4. Επεισόδιο με τον εκδότη
[...] Κουβεντιάζαμε χωρίς θέμα. Πίναμε
χωρίς μέτρο. Είναι αλήθεια ότι τα βράδια που βγαίνω έξω από τον μικρόκοσμο μου και συναντώ κάποιον,
κάποια ή κάτι από το παρελθόν μου, είναι βράδια με άγχος. Είναι μια αποτυχημένη
προσπάθεια να σμίξει η καθημερινότητα το διαφορετικό, να αποκτήσει η
μοναξιά μια δοκιμασμένη παρέα.
“Γιατί δεν μένεις κλεισμένος”, ξεστόμισε μέσα από τα δόντια του, μέσα
από τα δόντια του αλλά δυνατά για να με ματώσει ή χωρίς μελοδραματισμούς να με
ταράξει, να δω την πραγματικότητα του παρόντος χωρίς το τρίτο ουίσκι.
Το κλασικό ποτήρι με το ουίσκι
του είχε ήδη αλλάξει, ο πάγος θορυβούσε με τα τοιχώματα του και αυτός ο ήχος
τουλάχιστον τον κρατούσε ζωντανό και σε επαφή με τον φίλο του. Τουλάχιστον. Ξόδεψε
ώρα πολλή από την έξοδο του να κρατηθεί.
Φοβόταν όταν απομακρυνόταν. Παρακολουθούσε την κίνηση, είδε πρόσωπα
γνωστά, ήρεμα, γλυκά , έναν πελάτη του. Η κίνηση ήταν φυσιολογική...
Είχε ζαλιστεί. Ήξερε καλά τον
εαυτό του. Θα συνέχιζε. Το ξημέρωμα θα τον έβρισκε μεθυσμένο με τις τύψεις του στο
απόγειο και το στόμα του σάπιο. Θα διάβαζε δυο κεφάλαια της χ α μ έ ν η ς ά ν ο ι ξ η ς για να καλύψει την ανομία της νύχτας...
Ο φίλος του έφυγε. Δεν άντεχε πιά
το παραλήρημα. Το ίδιο θα ήθελε και ο μπάρμαν αλλά… Η ώρα των κερασμάτων
έφτασε. Πάλι μόνος. Η θέση στο μπαρ
σωσίβια λέμβος. Όπως και οι σκέψεις του. Τον κυριαρχούσαν μα δεν τον ένοιαζε
στιγμή να δώσει απαντήσεις. Στροβιλιζόταν και ήταν σίγουρος ότι έφταιγε το αλκοόλ. Όλα
πλησίαζαν. Ήθελε να πιστεύει, ότι ήταν έτοιμος.
[…]
Τ’ άκουσε μόνος του "στείλε ρε
φίλε το κείμενο. Επιτέλους να καταλάβεις ότι και οι μαλακίες που γράφεις
οφείλουν να έρχονται στην ώρα τους".
5. Άσκηση γραφής
Κράτησε βέβαια μια χαραμάδα ανοικτή.
Δεν μπορούσε να αντισταθεί σε ένα
καινούργιο ζευγάρι υποδημάτων.
Βυθίστηκε πάλι
στις σκέψεις του. Ένοιωθε κουρασμένος και μάλλον θα αποκοιμήθηκε. Άκουσε το
κουδούνι μαζί με την φωνή της κ. Αλεξάνδρας:
« Κύριε Πέτρο,
η Αλεξάνδρα είμαι! Ανοίξτε!» Το κουδούνι χτύπησε επίμονα.
Της άνοιξε και
την πρόλαβε στο πλατύσκαλο. Παραλίγο να έφευγε η καημένη. «Πέρασε, κ.
Αλεξάνδρα, να με συγχωρείς. Μάλλον τον πήρα λιγάκι.»
Μια φορά την
εβδομάδα, η καλοκάγαθη Αλεξάνδρα, τον βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού.
Συμμάζεμα, ξεσκόνισμα, ένα πλυντήριο, ένα φαγητό. Προσπαθούσε ο ίδιος αλλά μια
βοήθεια την ήθελε. Και έναν άνθρωπο να ανταλλάξει μια κουβέντα.
Τράβηξε για την
κουζίνα, κάθισε ξανά στο γραφείο του. Άλλωστε εδώ λίγα πράγματα μπορούσε να
κάνει η σβέλτη Αλεξάνδρα. Χώρος απαγορευμένος τα χαρτιά του.
«Τι νέα, κ.
Αλεξάνδρα; Τι κάνει η γειτονιά μας;»
« Όλα καλά, κ.
Πέτρο! Οι άντρες τσακώνονται στο καφενείο, οι γυναίκες καμώνονται στα σπίτια
τους, τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο και κάνουν σκανδαλιές». «Τι να αλλάξει;»
«Δύσκολα
αλλάζουν οι άνθρωποι και οι συνήθειες τους».
«Αυτό το βλέπω,
κ. Πέτρο. Πάλι δεν αγγίξατε τα πορτοκάλια που σας έφερα την προηγούμενη
βδομάδα… Τα μέτρησα! Τα φρούτα κάνουν πολύ καλό!»
«Θα φάω τώρα
ένα, να σας κάνω και λίγη παρέα! Όταν τελειώσετε την κουζίνα να αλλάξουμε μαζί
τα σεντόνια στο υπνοδωμάτιο».
Σηκώθηκε και
ήρθε στην κουζίνα. Τα πιάτα είχαν ήδη πλυθεί, τα είχε όμορφα στοιβάξει να
στεγνώνουν. Καθάριζε τα ντουλάπια και το στρογγυλό τραπέζι. Τακτοποίησε τις
τρεις ψάθινες καρέκλες γύρω του.
«Να πιούμε τώρα
τη ρακή μας;» Τη ρώτησε, σίγουρος για την απάντησή της
«Να την πιούμε!
Και η ρακή γιατρεύει κάθε πόνο.»
«Εις υγείαν!»
αναφώνησε. Ύψωσε το ποτήρι της με τον ίδιο πάντα επίσημο τρόπο και με τον
παραδοσιακό άσπρο πάτο, το άδειασε
«Α, θα το
ξέχναγα η καψερή!». «Αν χρειαστείτε τσαγκάρη μην τρέχετε στο κέντρο. Δίπλα στο
φούρνο, ο γιος της χοντρο-Βασίλως άνοιξε μαγαζί. Μα… Εσείς έχετε δεύτερο
ζευγάρι από αυτά τα άρβυλα…»
Ήπιε τη ρακή
του και την πήρε από το χέρι. Πίσω από την πόρτα του υπνοδωματίου ένα
κλειδωμένο ερμάριο κάλυπτε την φαρδιά εσοχή του τοίχου.
«Βιβλία, έχετε
και εδώ;» Χωρίς να απαντήσει άνοιξε το έπιπλο…
Τα έκπληκτα
μάτια της κ. Αλεξάνδρας αντίκρισαν δώδεκα ζευγάρια καλογυαλισμένα υποδήματα,
τακτοποιημένα σε τέσσερις σειρές.
«Να τα πάρετε
για τον τσαγκάρη. Είναι σκληρά και στενά. να του πείτε. Αν μπορεί να μου
τα γλυκάνει…»
Τα μάτια του
Πέτρου είδαν τα λάθη του.
υγ. [...] θυμάσαι εκείνο το βράδυ που μου 'πες: "αυτό
που θα μας συντρίψει
ήταν απ’ την πρώτη μέρα εδώ κοντά μας",
"τι θέλεις να πεις;" σε ρώτησα, δεν απάντησες,
χίλια χρόνια τώρα και δεν απάντησες [...]
"τι θέλεις να πεις;" σε ρώτησα, δεν απάντησες,
χίλια χρόνια τώρα και δεν απάντησες [...]
Τ. Λειβαδίτης Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου