Γιάννης Βούλγαρης: Δεν
είμαστε "ΠΑΣΟΚ και συνεργαζόμενοι", δεν είμαστε "ΔΗΜΑΡ και
συνεργαζόμενοι" δεν είμαστε βενιζελικοί, κουβελικοί, σημιτικοί ή
λυκουδικοί. Είμαστε πάνω απ' όλα ενεργοί πολίτες, που θέλουμε να
βοηθήσουμε στην ανασυγκρότηση της παράταξης, το θεωρούμε χρέος μας.
Γιάννης Βούλγαρης: Για την προοδευτική ανασυγκρότηση της Ελλάδας- Για την προοδευτική αλλαγή της Ευρώπης
Η ομιλία στην εκδήλωση στο «Ακροπόλ»
Πριν από 2 μήνες κάναμε μια έκκληση. Έκκληση ενότητας, αγωνίας, και ελπίδας για νέα αρχή. Το σημερινό μαζικό παρών, κάνει την έκκληση απαίτηση. Απαίτηση να προχωρήσουν γρήγορα, εδώ και τώρα, οι διαδικασίες συγκρότησης της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης. Να γίνει πράξη η ενότητα των πολιτών, των κομμάτων, των κινήσεων, των πολιτικών προσώπων, που εμπνέονται από τη σοσιαλδημοκρατία, τη δημοκρατική αριστερά, το φιλελεύθερο κέντρο, την πολιτική οικολογία, τον προοδευτικό ευρωπαϊσμό.
Δεν είναι μόνο η σημερινή μας συγκέντρωση στην Αθήνα.
Η ίδια απαίτηση ήρθε από τη Θεσσαλονίκη, από τα Χανιά, από τα Τρίκαλα, από το Ηράκλειο, από την Πάτρα, από τη Λάρισα, από τις πόλεις και τις συνοικίες που έχουν γίνει ήδη τοπικές ομάδες πρωτοβουλίας.
Την ίδια απαίτηση διατυπώνει η κοινή γνώμη σε διαδοχικές δημοσκοπήσεις.
Όλες δείχνουν ότι στην κοινωνία υπάρχει η Παράταξη.
Υπάρχει η Παράταξη που αντιπαρατίθεται στην πολιτική της Δεξιάς , τη συντηρητική κουλτούρα, τον αυταρχισμό και τον νεοφιλελευθερισμό. Που αρνείται τον αριστερό λαϊκισμό, τα περίεργα για αριστερό κόμμα ανοίγματα στον δεξιό εθνικισμό, τον ψευδεπίγραφο ριζοσπαστισμό που αναπαράγει όλο το παλιό.
Υπάρχει ο πατριωτισμός της Παράταξης. Και επιμένει. Ό,τι και αν ψήφισε στις τελευταίες εκλογές.
Απόψε λοιπόν εδώ σε σας καταθέτουμε τον πρώτο απολογισμό της «πρωτοβουλίας των 58». Και είναι αυτός:
Από την έκκληση πήγαμε στη μαζική απαίτηση.
Τι τροφοδοτεί όμως αυτή την απαίτηση;
Γιατί οι πολίτες, από την επομένη της ψήφου που έδωσαν το 2012, εξακολουθούν επίμονα, σχεδόν προειδοποιητικά, να εκφράζουν την επιφύλαξή τους στο πολιτικό και κομματικό σύστημα; Να αμφισβητούν τα ίδια τα κόμματα που διάλεξαν;
Ήταν, να μην το ξεχνάμε, οι εκλογές της αγανάκτησης και της διαμαρτυρίας, που αποδόμησαν το κομματικό σύστημα, που ανέδειξαν νέα κόμματα.
Και όμως, αυτό το νέο δεν πείθει. Η δυσπιστία παραμένει. Γιατί;
Γιατί η κοινωνία διαισθάνεται ότι το νέο γεννήθηκε ήδη γερασμένο.
Ότι ήταν ο επίλογος του παρελθόντος, παρά η φύτρα του μέλλοντος.
Σαν το νέο κομματικό σκηνικό να εκφράζει τη στιγμή της καταστροφής του προηγούμενου, της οργής για τη χρεοκοπία, χωρίς να έχει όμως μέσα του την προοπτική της υπέρβασης.
Η τερατογένεση της Χρυσής Αυγής ήταν η κραυγαλέα απόδειξη και η επικίνδυνη προειδοποίηση
Για αυτό ο λαός στέκεται σκεπτικός και υποψιασμένος.
Γιατί βλέπει μπροστά του το παλιό να επιμένει.
Γιατί τι άλλο από κόλλημα στο κακό παρελθόν είναι οι συμπεριφορές του πολιτικού – συνδικαλιστικού κατεστημένου, όχι μόνο του παλαιού αλλά και του νέου;
Η ίδια δημαγωγική πόλωση συνεχίζεται με εμφυλιοπολεμικά μάλιστα χαρακτηριστικά. Το βλέπουμε κάθε τόσο στη Βουλή. Και ο κόσμος ανησυχεί.
Η οσμή της νέας διαπλοκής της πολιτικής με την οικονομία, αναδύεται με παλαιούς αλλά και νέους ύποπτους, και προμηνύει τη μελλοντική άνθηση της συστημικής διαφθοράς. Και ο κόσμος ανησυχεί.
Η μεταρρύθμιση του Κράτους έχει παραπεμφθεί στις καλένδες. Ετσι ζούμε τραγελαφικές καταστάσεις σαν αυτές του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και οι οικογένειες ανησυχούν.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες επιμένουν σε μια τελετουργική και αδιέξοδη πρακτική, ηττώνται η μία μετά την άλλη. Την ίδια στιγμή οι εργαζόμενοι, η μισθωτή εργασία του ιδιωτικού τομέα, χρειάζεται απεγνωσμένα ένα Νέο Συνδικαλισμό που θα την προστατέψει, γιατί η αγορά εργασίας έχει γίνει ασφυκτική. Και είναι πραγματικά, στίγμα για τις προοδευτικές δυνάμεις ότι δεν έχουμε ως τώρα καταφέρει να ανοίξουμε το ζήτημα. Και οι εργαζόμενοι απελπίζονται.
Τελικά, σε μια εξαιρετικά δύσκολη εθνική στιγμή, ξεπηδάει πάλι το γνωστό ερώτημα: «μήπως άλλαξαν όλα, για να μείνουν όλα ίδια»; Εκτός βέβαια από τα βάσανα του κόσμου που χειροτέρεψαν.
Ποια είναι όμως η πιο κραυγαλέα επανάληψη του κακού παρελθόντος;
Ας μην έχουμε καμμία αμφιβολία. Είναι η βεβιασμένη προσπάθεια αμοιβαίας ενίσχυσης του μικρού δικομματισμού ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ.
Ο μικρός δικομματισμός αναπαράγει κάθε μέρα μπροστά στα μάτια μας όλα τα κόλπα της παλιάς δικομματικής αντιπαράθεσης. Λες και δεν άλλαξε τίποτα. Σαν να παίζουν τη Μεταπολίτευση σε φάρσα και παντομίμα. Λίγο Παπάγος, λίγο Αντρέας, άντε και κάτι από Βελουχιώτη.
Η ΝΔ αυτοπροβάλλεται σαν εγγυητής της παραμονής της χώρας στην Ευρώπη με όλες όμως τις παλαιοκομματικές πελατειακές πρακτικές και όλο τον πολιτισμικό συντηρητισμό της. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πεισματικά στον αρνητισμό και την καταστροφολογία. Σε κάθε βήμα που κάνει να επεξεργαστεί συγκεκριμένες προγραμματικές θέσεις, αρχίζουν οι εσωκομματικές συγκρούσεις. Γι αυτό η πλειοψηφία της κοινής γνώμης λέει δεν είναι έτοιμος να κυβερνήσει.
Τι προτείνει όμως ο μικρός και στείρος δικομματισμός ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ για τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας;
Μας λένε ότι αν πάρουν 30 ή 35%, και κάνουν αυτοδύναμη κυβέρνηση ελέω εκλογικού νόμου, θα μπορέσουν να καθοδηγήσουν την Ελλάδα μέσα στην κρίση και μετά, στην εθνική ανασυγκρότηση. Σαν να μην διδάχτηκαν καθόλου από την τύχη του ΠΑΣΟΚ, που όπως εκ των υστέρων φαίνεται, έκανε το λάθος να αναλάβει μόνο του το βάρος της χρεοκοπίας. Ουσιαστικά, παρά τα λόγια για εθνική καταστροφή, ο μικρός δικομμματισμός μοιάζει να πιστεύει ότι η κρίση θα είναι παροδική, η ανασυγκρότηση εύκολη, και γι αυτό αναπαράγει όλες τις παλιές συνταγές.
Αν επικρατήσει όμως αυτή η αντίληψη, το ορατό μέλλον της Ελλάδας είναι προδιαγεγραμμένο.
Θα έχουμε μια επισφαλή έξοδο από την κρίση, παλινωδίες μεταξύ ανάκαμψης και νέας ύφεσης, αναποτελεσματικές και αναλώσιμες κυβερνήσεις, βραχυκυκλωμένη δημόσια διοίκηση.
Γι αυτό το μήνυμα που θέλουμε να στείλουμε είναι μήνυμα ανησυχίας και εγρήγορσης.
Αν συνεχίσουμε έτσι, πολωτικά και μικροκομματικά, η Ελλάδα θα καθηλωθεί στη μιζέρια των μικρών εμφυλίων της.
Το ζήσαμε, το γνωρίσαμε, δεν το θέλουμε πια.
Το πολιτικό- κομματικό σύστημα, παλιό και νέο, αποτελεί προς το παρόν εμπόδιο στην προοπτική ανασυγκρότησης της χώρας. Απέναντι στο παλαιό, απέναντι στο νέο που γεννήθηκε παλαιό, θέλουμε να τραβήξουμε μια θεμελιακή πολιτική διαχωριστική γραμμή ρήξης.
Ρήξης με τις παθογένειες του παρελθόντος.
Ρήξης με τις πολιτικές που προμηνύουν ένα επιφανειακό «φτιασίδωμα» του συστήματος που κατέρρευσε.
Η Ελλάδα πρέπει να περάσει στη νέα εποχή της εθνικής Ανασυγκρότησης.
Δεν περιμένουμε θαύματα, ούτε κάποια ξαφνική αναγέννηση. Ξέρουμε ότι η Ελλάδα πρέπει να βρει ένα δύσκολο μονοπάτι δημοσιονομικής σταθεροποίησης, δομικών αλλαγών και ανάκαμψης, κοινωνικής και δημοκρατικής επανισορρόπησης.
Ξέρουμε ότι αυτό είναι δυνατό μόνο αν μεταρρυθμίσουμε τολμηρά την Πολιτική. Όχι μόνο τους θεσμούς, αλλά την ουσία της, την ηθική της, τον τρόπο διακυβέρνησης.
Γιατί η μετάβαση στη νέα εποχή της Ανασυγκρότησης είναι θέμα πολιτικό.
Ούτε απλά οικονομικό, ούτε δημοσιονομικό, ούτε συγκόλληση προγραμμάτων.
Πολλοί μιλούν για ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Γιατί αλήθεια δεν γίνεται; Μήπως δεν ξέρουμε τους στόχους;
Και όμως ξέρουμε ότι χρειαζόμαστε δραστική αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης. Ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τον κρατισμό, το πελατειακό σύστημα, και την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Ότι πρέπει να δημιουργήσουμε 500-800 χιλιάδες θέσεις απασχόλησης για να μετακινηθεί σε νέες δουλειές το 15% του εργατικού δυναμικού του 2007.
Οι άξονες έχουν προσδιοριστεί. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει κόμβος της Ευρώπης με την Ασία με τους αγωγούς φυσικού αερίου και του πετρελαίου, με τη διαχείριση της κίνησης προϊόντων, ενέργειας και πρώτων υλών.
Οι υποδομές, τα δίκτυα, τα λιμάνια, και οι μεταφορές πρέπει να αναπτυχθούν για να ανταποκριθούν σε αυτόν τον ρόλο.
Το ίδιο η ναυτιλία, ο τουρισμός, η φυσική και πολιτισμική υπεραξία, τα τρόφιμα, τα αγροτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας και διεθνούς αναγνωρισιμότητας. Η ανακαίνιση των αστικών κέντρων, η μοντέρνα διαχείριση των απορριμμάτων.
Η Ελλάδα πρέπει να ξαναεπινοήσει τις πόλεις της. Την Αθήνα που ο Καμίνης με σύστημα και υπομονή την ξαναστήνει στα πόδια της, εξοικονομώντας, κάνοντας κοινωνικό και ανθρωπιστικό έργο, με τους πολίτες, χωρίς κρατικές επιχορηγήσεις.
Τη Θεσσαλονίκη που ο Μπουτάρης της ξαναδίνει την ιστορική πολιτισμική της φυσιογνωμία, την εξωστρέφεια και την ανεκτικότητα.
Τον Πειραιά που έμεινε πίσω και πρέπει να τον ξανακάνουμε διεθνές εμπορευματικό και ναυτιλιακό κέντρο.
Αν λοιπόν οι στόχοι συγκροτούσαν σχέδιο θα ήμασταν ήδη Σουηδία. Το σχέδιο όμως είναι Πολιτική. Έχει προϋποθέσεις και προτεραιότητες: διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης, χρόνο και επιμονή στους στόχους, πολιτική ηθική, αίσθημα «αποστολής» από τις ηγεσίες, καταπολέμηση της διαφθοράς όπου και αν εκδηλώνεται, πραγματική αξιοποίηση των λιγοστών πόρων, προτεραιότητες στους αδύναμους, στη μάχη κατά της ανεργίας, στην απλή και δίκαιη φορολόγηση.
Χρειάζεται Κράτος που να υπηρετεί το σχέδιο, που να μην είναι ασυνάρτητη μηχανή, εξευμενισμού των οργανωμένων συμφερόντων, ούτε διανομέας ειδικών προνομίων και προσόδων.
Χρειάζεται ο αναπροσανατολισμός της Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμια που να λειτουργούν κανονικά όπως σε όλον τον Κόσμο. Λύκεια που να αντιστρέψουν τη μαθησιακή υποβάθμιση των παιδιών μας. Παιδεία που να μην προσφέρει χαρτιά αλλά δεξιότητες, «γράμματα», ικανότητες για τη ζωή.
Χρειάζεται η συμμετοχή μας στα παγκόσμια δίκτυα γνώσης, καινοτομίας και έρευνας ώστε να ανανεώνουμε τα συγκριτικά μας πλεονέκτημα.
Χρειάζεται η στήριξη των ΜΜΕ που παραμένουν η κύρια ελπίδα για την καταπολέμηση της ανεργίας, αλλά που πρέπει παράλληλα να βοηθηθούν ώστε ένα μέρος τους να γίνει εξαγωγικό και καινοτόμο.
Χρειάζεται δικαιοσύνη και ισονομία στις φορολογικές υποχρεώσεις, και επιτέλους μια απάντηση στο ερώτημα γιατί δεν γίνεται ποτέ σε αυτή τη χώρα ένα απλό και δίκαιο φορολογικό σύστημα; Και αν όχι τώρα, πότε;
Χρειάζεται αλλαγή στο κράτος πρόνοιας που δείχνεται σήμερα ανίκανο να αντιμετωπίσει το «νέο κοινωνικό ζήτημα», την ανεργία και τη νέα φτώχεια, που επικεντρώνεται πλέον στα αστικά νοικοκυριά με άνεργα μέλη και παιδιά. Δεν μπορούμε να ανεχτούμε, ούτε πρέπει να συμβιβαστούμε με το φαινόμενο των οικογενειών με παιδιά χωρίς κανέναν εργαζόμενο, χωρίς επίδομα ανεργίας ή άλλη εισοδηματική ενίσχυση, συχνά χωρίς βιβλιάριο ασθένειας. Αυτό είναι ντροπή εθνική, είναι απειλή για την κοινωνική συνοχή, την πολιτική σταθερότητα και τη βιωσιμότητα της ανάκαμψης όποτε και αν έρθει.
Σήμερα λοιπόν χρειάζεται να φτιάξουμε τις πολιτικές προϋποθέσεις της εθνικής ανασυγκρότησης.
Γι αυτό πρέπει να τολμήσουμε μια πολιτική τομή με το παρελθόν.
Πρέπει να προλάβουμε ώστε το νέο να μην γεννηθεί γερασμένο.
Προτείναμε τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης σαν πολιτική τομή. Χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς ηγεμονισμούς, με συναίνεση και διαφάνεια.
Ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας αισθάνεται την ανάγκη.
Αναζητά κάτι καινούργιο στον ευρύτερο δημοκρατικό προοδευτικό χώρο.
Το λέει με όλους τους τρόπους. Πιστεύει ότι μπορεί να γίνει σύντομα. Τώρα.
Δεν θέλει την πόλωση, γιατί ξέρει πλέον ότι παράγει κακή πολιτική και κακούς πολιτικούς.
Θέλει να επουλωθεί βαθμιαία το τραύμα του νέου διχασμού που προκάλεσε η χρεοκοπία.
Θέλει ένα τρίτο πόλο αναφοράς για μελλοντικές συνεργασίες.
Δεν θέλει όμως ένα μικρό κόμμα «μπαλαντέρ» στη μία ή στην άλλη συμμαχική κυβέρνηση, γιατί η μόνιμη εγκατάσταση στο κράτος κάνει τέτοια κόμματα φυτώρια διαφθοράς και οπορτουνισμού.
Θέλει την πολιτική σταθερότητα, απορρίπτει τις πρόωρες εκλογές γιατί δεν βλέπει πειστική εναλλακτική λύση.
Δεν θέλει όμως την πολιτική στασιμότητα.
Θέλει την ενότητα όλων των κομμάτων, των κινήσεων και των προσώπων του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου.
Δεν θέλει όμως συγκόλληση, ούτε προσωπικές στρατηγικές, ούτε αδιαφανείς συνεννοήσεις.
Σταθερότητα και υπέρβαση μέσα από κάτι καινούργιο.
Αυτό είναι το αναδυόμενο αίτημα μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης.
Αυτή την απλή ιδέα θελήσαμε να διακινήσουμε με την Έκκληση που κάναμε πριν από δύο μήνες.
Δεν φτιάχνουμε κόμμα, δεν φτιάχνουμε άλλη μια κεντροαριστερά, κυκλοφορούν άλλωστε τόσες τελευταία, δεν ξεκαθαρίζουμε παλιούς λογαριασμούς γιατί δεν έχουμε, δεν πάμε για αρχηγοί, δεν σκοπεύουμε οι περισσότεροι από εμάς να μεταπηδήσουμε στην πολιτική.
Δεν είμαστε «ΠΑΣΟΚ και συνεργαζόμενοι», δεν είμαστε «ΔΗΜΑΡ και συνεργαζόμενοι», δεν είμαστε βενιζελικοί, ούτε κουβελικοί, ούτε σημιτικοί, ούτε παπανδρεϊκοί, ούτε λυκουδικοί. Είμαστε πάνω απόλα ενεργοί πολίτες.
Θέλουμε να βοηθήσουμε την ανασυγκρότηση της Ελλάδας μέσω της ανασυγκρότησης της Παράταξης. Το θεωρούμε χρέος μας. Γιατί; Γιατί έτσι το αισθανόμαστε. Ίσως γι αυτό που είπε παλιότερα ο Διονύσης: «Κάποτε δέσαμε τη ζωή μας με τη μοίρα αυτού του τόπου και από τότε καθόμαστε σε αναμμένα κάρβουνα». Τελεία.
Γιατί όμως να εμπιστευτούμε αυτή την Παράταξη θα ρωτήσουν άλλοι; Μπορεί να φέρει κάτι νέο; Δεν έχει τόσες ευθύνες για το κακό παρελθόν;
Αυτό είναι ένα σοβαρό ερώτημα. Μια σοβαρή επιφύλαξη. Μια δίκαιη κριτική.
Το λέμε ευθέως. Δεν μπορεί – αν απλώς συγκολλήσει παλαιά υλικά, πελατειακά δίκτυα, και μικρομάγαζα.
Μπορεί – αν δει τη σύγκλιση σαν αναγέννηση, σαν μια ανοιχτή μαζική πολιτική διαδικασία,
αυτοκριτική ως προς τον ίδιο τον εαυτό της,
δημιουργική στο μέτρο που θα κάνει κτήμα ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων το σχέδιο ανασυγκρότησης της Ελλάδας,
Μπορεί – αν την πάρουν στα χέρια τους οι τριαντάρηδες και οι σαραντάρηδες.
Μπορεί για τις δυνάμεις που έχει μέσα της.
Δυνάμεις που στην εποχή της ευημερίας έγκαιρα προειδοποίησαν ότι η πολιτική της αδράνειας θα πληρωθεί ακριβά όταν αλλάξει το διεθνές περιβάλλον.
Δυνάμεις που όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση, αντιστάθηκαν στις «μαγικές λύσεις» του συρμού.
Όταν η ΝΔ το 2008 έλεγε ότι η ελληνική οικονομία είναι θωρακισμένη και δεν θα παρασυρθεί από την κρίση.
Όταν η τότε αντιπολίτευση δεν αντιλήφτηκε το τσουνάμι που ερχόταν και μοίρασε υποσχέσεις κι εφησυχασμό.
Όταν μετά τη χρεοκοπία, η ΝΔ του κ.Σαμαρά, στα κεραμίδια τότε του αντιμνημονιακού αγώνα, έβρισκε και ξαναέβρισκε στο Ζάππειο «ισοδύναμα» μέτρα.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έσκιζε το Μνημόνιο, έπαιζε ελαφρά τη καρδία με τη δραχμή, υποσχόταν την «επαναδιαπραγμάτευση» που θα έφερνε μαγικά την Ελλάδα πίσω στην παλιά ευημερία.
Α. Η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί να ανταποκριθεί στο καινούργιο, γιατί αισθάνεται ταπεινωμένη αλλά και αδικημένη. Γιατί δεν έχει να χάσει παρά τις αλυσίδες της λέγοντας μερικά πράγματα με το όνομά τους για το τι έγινε, για το τι θα γίνει.
Ότι η Μεταπολίτευση ήταν μια εποχή εντυπωσιακών κατακτήσεων για την Ελλάδα και όχι αιτία να ντρεπόμαστε.
Ότι κανένα κόμμα, καμμία παράταξη δεν είναι άμοιρη ευθυνών για τη χρεοκοπία, έστω και αν αυτές μοιράζονται ανισομερώς.
Ότι δεν έφερε το Μνημόνιο την κρίση, αλλά η Χρεοκοπία το Μνημόνιο.
Ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα και η δημόσια διοίκηση δεν είχαν την προπαρασκευή, το σχέδιο και τις υποδομές για να ανταπεξέλθουν σε μια συστηματική και σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές.
Ότι η λιτότητα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αναπόφευκτη και όσοι λένε το αντίθετο ψεύδονται. Το ζήτημα είναι να είναι δίκαιη και να γίνει ευκαιρία για αλλαγή.
Ότι η συνταγή όμως των δανειστών έφερε επαχθέστατα πρόσθετα βάρη, γιατί δεν ανέλυσαν σωστά την ελληνική περίπτωση ούτε την κρίση του ευρώ. Γιατί η Γερμανία και οι σύμμαχοί της έδρασαν πυροσβεστικά και εθνικιστικά, αντί να δράσουν στρατηγικά και φιλοευρωπαϊκά.
Ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις αλλά και το συνολικό πολιτικό σύστημα με τις αδράνειες, τις αστοχίες, την πόλωση και τη δημαγωγία, μεγέθυναν το κόστος.
Σωστά τώρα λέμε ότι το Μνημόνιο όπως το ξέρουμε, βαδίζει στο τέλος του και καλώς μιλάμε για την επερχόμενη μεταμνημονιακή εποχή. Το πλαίσιο όμως της επιτήρησης των εθνικών οικονομιών, και μάλιστα της ελληνικής, θα συνεχίσει υπό τους νέους κανόνες της ευρωζώνης.
Επομένως οι προτεινόμενες πολιτικές ανάπτυξης πρέπει να συμβιβάζονται με τη δημοσιονομική ισορροπία, αν δεν θέλουνε να είναι απλές δημαγωγίες και αιτίες νέου χρέους και νέας εθνικής ταπείνωσης. Μέσα όμως σε αυτό το πλαίσιο, το λέμε και το πιστεύουμε, η Ελλάδα έχει δυνατότητες και ευκαιρίες μετά λίγα χρόνια να ανακτήσει τη χαμένη ευημερία, αρκεί να δράσει με στρατηγική, όραμα και συνοχή.
Β. Η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί να ανταποκριθεί στο καινούργιο, γιατί είναι παιδί μιας ιστορίας δημιουργικών ανατροπών και ανατάσεων μετά από περιόδους παρακμής.
Δεν είναι ιστορία ενός κόμματος, γιατί σε αυτήν συστρατεύτηκαν, ή περπάτησαν παράλληλα, διαφορετικά ρεύματα, κόμματα, πολιτικές κουλτούρες, συλλογικές μνήμες.
Είναι όμως σταθμοί που δίνουν ταυτότητα στη σημερινή Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη.
Η είσοδο στον στενό πυρήνα της Ε.Ε. και στην ΟΝΕ.
Πιο πίσω, η ζωογόνηση των δημοκρατικών θεσμών της πρώτης Μεταπολίτευσης με την ενσωμάτωση σε αυτούς του κοινωνικού δυναμισμού της εποχής εκείνης και της κουλτούρας της ατομικής ελευθερίας.
Ο αγώνας για το Κράτος Δικαίου και την ισονομία στη δεκαετία του ΄60.
Η συμμετοχή στην εθνική αντίσταση και στα δίκτυα αλληλοβοήθειας που φτιάχτηκαν στις συνθήκες Κατοχής.
Η εθνική ολοκλήρωση στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα με πρωταγωνιστή τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Αυτές οι αναφορές έμπνευσης κάνουν διακριτή τη σημερινή Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μέσα στην κοινωνία, πέρα και πάνω από τα κόμματα του χώρου.
Γ. Η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί να ανταποκριθεί στο καινούργιο,, γιατί η πολιτική της φυσιογνωμία και η πολιτική της κουλτούρα είναι να συνενώνει και να συνθέτει. Το Ριζοσπαστικό μέτρο. Αυτή ήταν η ουσία του δημοκρατικού σοσιαλισμού, του ευρωκομμουνισμού παλαιότερα, του κοινωνικού φιλελευθερισμού.
Να συνθέτει τη σταθερότητα με την αλλαγή.
Την ιδιωτική πρωτοβουλία με τη δημόσια παρέμβαση, με την κοινωνική δικαιοσύνη και την βιώσιμη ανάπτυξη.
Την ισότητα με τη διαφορετικότητα.
Τον εκσυγχρονισμό με τη λαϊκότητα.
Τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό με την κοινή λογική.
Όταν η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη κράτησε την ισορροπία, όταν κινήθηκε με Ριζοσπαστικό Μέτρο, πέτυχε η ίδια και βοήθησε τη χώρα. Όταν το έχασε, έχασε και η ίδια και η χώρα.
Αυτή την ισορροπία πρέπει να ξαναβρούμε. Και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Μόνο τότε θα απαντήσουμε καταφατικά. Ναι, η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί να ανταποκριθεί στο νέο. Μπορεί να πάει πέρα από τη συγκόλληση του παλιού.
Το νέο θα έρθει με την Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη και μέσω της Ευρώπης. Ούτε θέλουμε να φύγουμε από την Ευρώπη, ούτε αφήσαμε, ούτε θα αφήσουμε να μας διώξουν από αυτήν.
Η Ευρώπη δεν είναι κάποιοι εκεί έξω. Είναι μέρος της εθνικής στρατηγικής Ανασυγκρότησης.
Όχι όμως η Ευρώπη που δοκιμάσαμε τα τελευταία χρόνια. Γιατί η ΕΕ φάνηκε αιφνιδιασμένη, συντηρητική, διαιρεμένη μέσα στους εθνικισμούς της. Γι αυτό εξαπλώνεται σήμερα η κρίση εμπιστοσύνης, ο ευρωσκεπτικισμός και ο ακροδεξιός εθνικισμός.
Το ευρώ, κορυφαίο επίτευγμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, κινδυνεύει να γίνει παράγοντας διάλυσης της Ευρώπης. Η Γερμανική κυριαρχία αλλά και η γαλλική εθνοκρατική εμμονή, ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός αλλά και ο οικονομικός εθνικισμός, φτιάχνουν ένα μείγμα διαλυτικό.
Αυτή η Ευρώπη του ελιτίστικου και οικονομιστικού ευρωπαϊσμού τελειώνει με την κρίση. Δεν μπορεί να υπερασπίσει το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης.
Η ΕΕ αν σταματήσει εδώ που βρίσκεται θα διαλυθεί.
Το ευρώ δεν μπορεί να επιβιώσει αν θεωρείται μόνο αναγκαίο κακό.
Θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να κριθεί αν η Ευρώπη θα γίνει ξανά πόλος έλξης και έμπνευσης για τους πολίτες. Το δίλημμα είναι καθαρό: Μπορεί να αναδυθεί ένας νέος λαϊκός Ευρωπαϊσμός ή θα επικρατήσει ο αντιευρωπαϊκός λαϊκισμός και η διάλυση;
Σύντομα όμως, στους επόμενους 10 – 15 μήνες θα ληφθούν βασικές αποφάσεις που θα καθορίσουν την εξέλιξη της ΕΕ για πολύ.
Τι παίζεται για εμάς, για τις δυνάμεις του προοδευτικού ευρωπαϊσμού;
Η υπέρβαση της κρίσης μέσα από την οικονομική, δημοσιονομική και τραπεζική ενοποίηση στο πλαίσιο της ΟΝΕ.
Η στήριξη των οικονομιών της περιφέρειας, του Νότου και ιδιαίτερα της Ελλάδας με περισσότερα κονδύλια για επενδύσεις και απασχόληση.
Η μεγαλύτερη ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών που προκάλεσαν την κρίση.
Ο συνδυασμός της αλληλεγγύης, με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τον σεβασμό των κοινών κανόνων.
Οι ευρωεκλογές θα είναι ένα κρίσιμο ραντεβού. Όπως μας είπε και ο υποψήφιος Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος Μάρτιν Σουλτς: «Για να καταστήσουμε την Ευρώπη και πάλι ελκυστική για τους πολίτες της, πρέπει να αλλάξουμε τους συσχετισμούς δύναμης, πρέπει να ανατρέψουμε τη σημερινή πλειοψηφία των συντηρητικών».
Οι δυνάμεις του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού θα δώσουν τη μάχη των ευρωεκλογών σε δυσμενείς συνθήκες. Στην Ελλάδα ακόμα δυσμενέστερες. Το ξέρουμε. Πρέπει να πείσουμε τους έλληνες και τις ελληνίδες να πάνε στις κάλπες, και να πάνε όχι σαν οργισμένοι παρίες , ούτε σαν μισαλλόδοξοι εθνικιστές μιας περιθωριακής ταπεινωμένης χώρας. Αλλά ως υπεύθυνοι πολίτες, συνιδιοκτήτες της Ευρώπης, και συνδιαμορφωτές ενός νέου προοδευτικού ευρωπαϊκού οράματος.
Σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα, πιστεύουμε ότι πρέπει να συστρατευτούν όλες οι δυνάμεις της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης. Γι αυτό προτείνουμε να βρούμε συναινετικά, χωρίς εκβιασμούς και προϋποθέσεις, ένα σχήμα ενωτικής καθόδου στις ευρωεκλογές. Ένα σχήμα που θα επικυρωθεί από ανοιχτές μαζικές διαδικασίες και από τη λαϊκή συμμετοχή.
Δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Αφορά και την Ευρώπη. Μας το είπε εύστοχα ο Σβόμποντα, «Για να δείξετε όχι μόνο στους έλληνες πολίτες αλλά και στην Ευρώπη ότι υπάρχει μια άλλη, μια εναλλακτική Ελλάδα. Mια Ελλάδα που προχωρά σταθερά στον προοδευτικό δρόμο».
Φίλες και φίλοι
Αυτά που μας ενώσανε, αυτά που ενώνουν την Παράταξη στις σημερινές δοκιμασίες της κρίσης, είναι πολύ περισσότερα από αυτά που τη χωρίζουν.
Και εντάξει, φίλες και φίλοι, πρέπει να είσαι Νέλσον Μαντέλα για να γράψουν για σένα «ήταν συμβιβαστικός χωρίς να συμβιβάζεται».
Αλλά και εμείς δεν μπορεί να είμαστε τόσο μικροί που να μην μπορούμε να δούμε έξω από το Εγώ μας και το Μαγαζί μας.
Φίλες και φίλοι
Θα συνεχίσουμε με μεγαλύτερη όρεξη μετά τη σημερινή συγκέντρωση.
Για να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας.
Για να φτιάξουμε άμεσα ένα Εθνικό Δίκτυο Επιτροπών Πρωτοβουλίας για τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης.
Μόνο αν προχωρήσουμε σε μια ανοιχτή δημοκρατική διαδικασία, που θα θυμίσει ότι ανάμεσα στα κόμματα και τους πελάτες, υπάρχουν οι πολίτες. Πολίτες που θέλουν Ενότητα, σύγκλιση, αλληλεγγύη. Όχι κλεισίματα, ούτε ευτελείς μεταπηδήσεις, ούτε καιροσκοπισμό και κατάπτυστες προσωπικές δήθεν διασώσεις.
Μόνο η κοινωνική δυναμική «από τα κάτω» θα επισπεύσει τις αποφάσεις των ηγεσιών.
Μόνο η κοινωνική δυναμική «από τα κάτω» θα φτιάξει το καινούργιο.
Εμείς σήμερα ήμασταν εδώ για αυτό.
Και ήρθαμε για να μείνουμε.
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου