Σελιδοδείκτης 43ος
Άρθουρ Καίσλερ
Tο μηδέν και το άπειρο
Mετάφραση Ανδρέας Παππάς.
Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2014
Tο μηδέν και το άπειρο
Mετάφραση Ανδρέας Παππάς.
Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2014
Ξαναδιαβάζουμε «Το μηδέν και το άπειρο»
Σε νέα
μετάφραση το κλασικό μυθιστόρημα για έναν κόσμο πολιτικού αυταρχισμού και καταστολής. Από τις δίκες της
Μόσχας στην πολιτική κρίση του 21ου αιώνα. Τα άτομα, οι κυβερνήσεις, τα
κόμματα, τα συστήματα επιτήρησης
Της Λαμπρινής Κουζέλη
O σύντροφος
Ρουμπάσοφ, μέλος της ιστορικής ηγεσίας του Κόμματος και πρώην λαϊκός επίτροπος,
καταλήγει μια νύχτα στη φυλακή. Πολιτικός κρατούμενος με την κατηγορία της
προδοσίας, πιθανότερη μοίρα του είναι η εκτέλεση ή, στη γλώσσα του Κόμματος, η
«εκκαθάριση». Περιμένοντας στο κελί του την εξέλιξη της υπόθεσής του, μεταξύ
ανακρίσεων και εκβιασμών για απόσπαση ομολογίας, μεταξύ της ανάγκης για τσιγάρο
και ενός επίμονου πονόδοντου, μεταξύ εφιαλτικών ονείρων και ενοχικών
αναστοχασμών, ανατρέχει στη διαδρομή του στο Κόμμα, θυμάται τα στελέχη αλλά και
τα απλά μέλη που συνάντησε, φιλοσοφεί για την ιδεολογία της Επανάστασης και τις
πρακτικές του Κόμματος και προσπαθεί να προσδιορίσει τη δική του ευθύνη
απέναντι στην ανθρωπότητα και στην Ιστορία.
Γραμμένο στη Γαλλία στα 1938-1940, το μυθιστόρημα του ούγγρου συγγραφέα Αρθουρ
Καίσλερ (1905-1983) αποτελεί κλασικό έργο της πολιτικής λογοτεχνίας και του
ιδεολογικού μυθιστορήματος. Στον απόηχο των περιβόητων Δικών της Μόσχας (1936-1938)
καταγγέλλει τις ολοκληρωτικές πρακτικές του σταλινικού καθεστώτος. Δεν
αναφέρεται η Σοβιετική Ενωση, δεν κατονομάζεται ο Στάλιν, δεν αποσαφηνίζεται το
Κόμμα αλλά οι παραπομπές είναι προφανείς.
Γιος εβραίου ιδιοκτήτη μικρής σαπωνοποιίας, ο Καίσλερ γεννήθηκε στη Βουδαπέστη, σπούδασε στη Βιέννη, ασπάστηκε τον σιωνισμό, έζησε για κάποιο διάστημα στην Παλαιστίνη εργαζόμενος ως ανταποκριτής γερμανικών εφημερίδων και το 1931 εντάχθηκε στο Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 1932 επισκέφθηκε το Τουρκμενιστάν καταγράφοντας τις συνθήκες ζωής στην Κεντρική Ασία και το 1936 και το 1937 ταξίδεψε στην Ισπανία για λογαριασμό της Κομιντέρν. Συνελήφθη από το καθεστώς του Φράνκο, φυλακίστηκε και γλίτωσε την εκτέλεση την τελευταία στιγμή.
Μετά την απελευθέρωσή του, στη Γαλλία πλέον, αρχίζει να γράφει, στα γερμανικά, το μυθιστόρημα Sonnenfinsternis, στο οποίο η απογοήτευσή του από το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι εμπειρίες του από τις φυλακές του Φράνκο μεταπλάθονται σε μια αφήγηση που ασκεί κριτική στην πολιτική του Στάλιν και της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Είχαν μεσολαβήσει οι εκτελέσεις χιλιάδων παλαιών μπολσεβίκων μετά τις προσχηματικές δίκες της Μόσχας και η υπογραφή από τον Χίτλερ και τον Στάλιν του γερμανοσοβιετικού συμφώνου Ρίμπεντροπ - Μολότοφ που διαμέλιζε την Πολωνία μεταξύ των δύο δυνάμεων και καθήλωνε την ΕΣΣΔ σε εγκληματική ουδετερότητα ενώ ο Β' Παγκόσμιος πόλεμος μαινόταν στην Ευρώπη. Ο Καίσλερ, που είχε εγκαταλείψει το Κομμουνιστικό Κόμμα το 1938, είναι απαυδισμένος από όλα αυτά.
Το μυθιστόρημα, που αποτυπώνει αυτή τη ματαίωση, μεταφράζει στα αγγλικά η σύντροφός του γλύπτρια Δάφνη Χάρντι. Τον Μάιο του 1940, λίγο πριν από τη γερμανική εισβολή στο Παρίσι, η Χάρντι αναχωρεί για τη Βρετανία παίρνοντας μαζί της τα χειρόγραφα. Ακολουθούν μια εσφαλμένη πληροφόρηση ότι το πλοίο που τη μετέφερε βυθίστηκε και μαζί της χάθηκαν τα χειρόγραφα και μια θρυλούμενη απόπειρα αυτοκτονίας του Καίσλερ. Αργότερα, σώος και ο ίδιος στη Βρετανία, βλέπει την πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος, στα τέλη του 1940, με τον τίτλο Darkness at Noon (Σκοτάδι στο μεσημέρι).
Το βιβλίο γνωρίζει γρήγορα μεγάλη επιτυχία. Το 1945 μεταφράζεται στα γαλλικά με τον τίτλο Le zéro et l'infini (Το μηδέν και το άπειρο), τίτλο με τον οποίο καθιερώθηκε το έργο και στα ελληνικά, με την πρώτη μετάφραση του Αλέξανδρου Κοτζιά στις εκδόσεις Γαλαξίας το 1960. Παρά τη μεγάλη κυκλοφοριακή επιτυχία του, η κριτική το αντιμετωπίζει μουδιασμένη, ειδικά για την αριστερή κριτική αποτελεί ταμπού - αν δεν της προκαλεί δυσφορία. Ο Καίσλερ θεωρείται υπόλογος για αντισοβιετική προπαγάνδα, ένας από τους εχθρούς του σοσιαλισμού, που τον πολεμά ύπουλα αντικαθιστώντας εκ των ένδον τους ταξικά αναγνωρίσιμους αντιπάλους του. «Οταν νεότεροι διαβάζαμε το Μηδέν και το άπειρο του Καίσλερ, ανίδεοι για όσα συνέβαιναν κάτω από τη μύτη μας και υπερβέβαιοι ότι τα πάντα ήταν σατανικές επινοήσεις του καπιταλισμού προκειμένου να ανακόψει την ουμανιστική πορεία του σοσιαλισμού στο μέλλον, που το φανταζόμαστε γεμάτο ευδία και ευτυχία, δυσανασχετούσαμε εναντίον του συγγραφέα» θα παραδεχθεί χρόνια αργότερα ο Τάσος Βουρνάς σε κριτική του στην Αυγή («Ρομαντικέ μου Αρθουρ Καίσλερ!», 17.4.1988).
Από τον 20ό
στον 21ο αιώνα
Ιστορικά, το
μυθιστόρημα του Καίσλερ αφενός επιβεβαίωνε την αστική δυτική διανόηση και
αφετέρου συνετέλεσε, μαζί με την αλληγορική Φάρμα των ζώων (1945) του
Τζορτζ Οργουελ, στη μεταστροφή της προοδευτικής ευρωπαϊκής διανόησης απέναντι
στον κομμουνισμό, δείχνοντας το σκοτεινό του πρόσωπο δύο δεκαετίες πριν από τις
αποκαλύψεις του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν για τη ζωή στα ρωσικά γκουλάγκ.
Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού το μυθιστόρημα του Καίσλερ άρχισε να απομακρύνεται ταχύτατα από τις καθημερινές εμπειρίες που επηρεάζουν το αναγνωστικό γούστο. Η διεθνής κρίση όμως, κρίση εξίσου οικονομική όσο και πολιτική και αξιών, το φέρνει ξανά στο επίκεντρο της επικαιρότητας.
Θαυμάσιο δείγμα της λεγόμενης «λογοτεχνίας της φυλακής», το κείμενο χρησιμοποιεί τη σύμβαση του εγκλεισμού για να αναδιπλώσει, με τη μορφή στοχαστικών μονολόγων, διαλογικών αντιπαραθέσεων και ημερολογιακών εγγραφών, ιδεολογικούς, φιλοσοφικούς και ηθικούς προβληματισμούς για το σωστό, το αναγκαίο, το δίκαιο και το ηθικό στην πολιτική, προβληματισμούς διαχρονικούς, που ξεπερνούν τα προαναφερθέντα ιστορικά συμφραζόμενα.
Ενας γερασμένος Ρουμπάσοφ παρατηρεί ότι το σφριγηλό σώμα του Κόμματος είναι γεμάτο πληγές, αποστεώνεται. Υπέρτατη αξία στο Κόμμα είναι η αξιωματική πίστη ότι η συλλογιστική των ηγετών του είναι η σωστή, όμως ο Ρουμπάσοφ δεν πιστεύει πια στο αλάθητό του, δεν πιστεύει στην ανωτερότητα της «αναγκαιότητας της λογικής» απέναντι στην περιφρονούμενη μικροαστική ηθική. Αρχίζει να έχει ενοχές για την προπαγάνδα και τα ψέματα, τον κυνισμό και τον εκφοβισμό, την ωμότητα και την κρατική βία, για τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ακολουθώντας τους κανόνες της λογικής, για τους φίλους που εγκατέλειψε χάριν της λογικά αναγκαίας πορείας προς τη μελλοντική Γη της Επαγγελίας. Δεν τη βλέπει πουθενά. Ο Ρουμπάσοφ, «όπου κι αν έστρεφε το βλέμμα του, το μόνο που έβλεπε ήταν η έρημος και το σκοτάδι της νύχτας».
Μόνος πλέον, ένα Εγώ που δεν μπορεί να υπάρξει ατιμώρητα ξέχωρα από το Εμείς του κράτους και του Κόμματος, ακούει τη θεωρία της παλιάς ιντελιγκέντσιας να βγαίνει απάνθρωπη από τα χείλη του Γκλέτκιν, του νεαρού ανακριτή του. Τον χαρακτηρίζει «νεαντερτάλειο», είναι όμως δημιούργημα της δικής του γενιάς. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τη μια γενιά στην άλλη, το Κόμμα, αλαζονικό, έχασε την επαφή με τη λαϊκή βάση του, με το αρχικό όραμα, με τον άνθρωπο. Η διαφορά είναι, όπως λέει ένας κουρασμένος Ρουμπάσοφ στον παλαιό συναγωνιστή και νυν ανακριτή του Ιβανόφ, ότι «τότε γράφαμε Ιστορία, τώρα εσείς απλώς κάνετε πολιτική».
Ο Καίσλερ αυτοκτόνησε στο Λονδίνο τον Μάρτιο του 1983, σε ηλικία 78 ετών.
Επασχε από τη νόσο του Πάρκινσον και από καρκίνο και δεν ήθελε να υποστεί την
απώλεια της σωματικής και πνευματικής αυτάρκειας που συνεπαγόταν η επιδείνωση
της υγείας του. Μαζί του αυτοκτόνησε η πολύ νεαρότερη τρίτη σύζυγός του, η
οποία, όπως δήλωνε στο σημείωμα που άφησε, δεν άντεχε στη σκέψη της ζωής χωρίς
εκείνον. Ως προσωπικότητα ο Καίσλερ παραμένει αμφιλεγόμενος, για τις πολιτικές
του μετακινήσεις, για τη σεξιστική και βίαιη συμπεριφορά του απέναντι στις
γυναίκες, για το ενδιαφέρον του για τα παραφυσικά φαινόμενα στα τέλη της ζωής
του. Από το σύνολο του έργου του, το Μηδέν και το άπειρο ξεχωρίζει
αναμφίβολα ως το εισιτήριό του στην πολιτεία των Γραμμάτων και ως το
δημοφιλέστερο κείμενό του, με το οποίο πρωτογνώρισε τον συγγραφέα και το
ελληνικό κοινό τη δεκαετία του 1960 - αν εξαιρέσουμε τη Μεγάλη
σεξουαλική εγκυκλοπαίδεια στην οποία είχε συνεργαστεί ο Καίσλερ και η οποία
μεταφράστηκε τη δεκαετία του 1950.
Το Μηδέν και το άπειρο ακολούθησαν στα ελληνικά τα δοκίμια Ο κομισάριος και ο γιόγκι (Γαλαξίας, 1962) και το ρεπορτάζ του ισπανικού εμφυλίου πολέμου Ισπανική διαθήκη (Ωκεανίδα, 1965). Το ενδιαφέρον για τον Καίσλερ στην Ελλάδα βρίσκεται στο ζενίθ του τη δεκαετία του 1970, και ειδικότερα μετά τη Μεταπολίτευση. Κυκλοφορούν τουλάχιστον δέκα τίτλοι του, μεταξύ των οποίων το μυθιστόρημα Τα κωλ-γκερλς (Αγκυρα, 1973), το κοσμολογικό Οι υπνοβάτες (Χατζηνικολή, 1975), τα αυτοβιογραφικά Ο βούρκος της γης (Χατζηνικολή, 1977) και Ενα βέλος στον ουρανό (Χατζηνικολή, 1979) και το φιλοσοφικό-ψυχολογικό Ενα φάντασμα στη μηχανή (Χατζηνικολή, 1977). Την επόμενη δεκαετία κυκλοφορούν τέσσερα βιβλία του και ο αριθμός τους μειώνεται κατά το ήμισυ τις δεκαετίες που ακολούθησαν.
Το Μηδέν και το άπειρο μετέφρασαν επίσης η Αλίκη Βρανά (Αγκυρα, 1974), ο Βασίλης Καζαντζής (Κάκτος, 1975) και ο Βασίλης Τομανάς (Νησίδες, 2003).
Η νέα μετάφραση του Ανδρέα Παππά, αν εξαιρέσουμε σποραδικές αποδόσεις λέξεων (τεχνικές όπως το «μορφότυπος» και το «διάχωρο», λαϊκότροπες όπως το «κούτελο») που ξενίζουν υφολογικά σε μια αφήγηση που είναι γραμμένη για να ρέει απλά, αποδίδει θαυμάσια την αφηγηματική μαεστρία του Καίσλερ και τη ζωντάνια της γλώσσας του, η οποία παρά τα εβδομήντα πέντε χρόνια της δεν έχει χάσει τη φρεσκάδα της.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ
Ο σελιδοδείκτης κάθε Δευτέρα
θα συναντάει βιβλία και θα μεταφέρει μια πρόταση ανάγνωσης. Βιβλία που
διαβάσαμε ή και εκείνα που μας περιμένουν υπομονετικά. Έτσι, για να
αποφύγουμε τον υποκειμενισμό της δικής μας ανάγνωσης, καταξιωμένες πένες οδηγούν την παρουσίαση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου