Η συμμετοχή της ποιήτριας Χλόης Κουτσουμπέλη[1]
στο αφιέρωμα του περιοδικού ΔΕΚΑΤΑ
με τίτλο ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΙΩΝΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ
1.ΕΠΙΣΤΟΛΙΚΟ ΔΕΛΤΑΡΙΟ
Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 1917
Από την πόλη με τα μακριά μαλλιά, που ξαπλώνει μέσα στους μαχαλάδες
της, ράθυμη και νωχελική με την μυρωδιά του καμένου πάνω στην σάρκα της,
σου γράφω από εκεί αγαπημένη. Μπαχάρι και μοσχοκάρυδο, υγρασία και
ομίχλη. Όταν βρεθούμε θα σου ψιθυρίσω. Πως είναι να ζεις μέσα στην ίδια
την πηγή μίας βασανιστικής θηλυκής γύμνιας. Μέσα στο χαμάμ θα σε πάρω.
Δικός σου
Ζαν Πωλ
(Ένας από τους ελάχιστους Γάλλους που σκοτώθηκαν στην πυρκαγιά Θεσσαλονίκης του 1917 εγκλωβισμένος σε ένα καφενείο.)
2.ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 1950
Ραχήλ,
Σου ζητώ συγγνώμη. Δεν έκανα τίποτε τότε. Δεν ήμουν πολύ νέος ούτε πολύ
αθώος. Ήξερα πως δεν θα ξαναβλέπαμε αυτούς τους ανθρώπους με το κίτρινο
άστρο καρφιτσωμένο στο πέτο τους, που ήταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία.
Κι ας αποτελούσαν ως τις αρχές του αιώνα πάνω από το μισό του πληθυσμού
της Θεσσαλονίκης. Κι ας υπήρχαν τρεις μέρες αργίας στην πόλη, Παρασκευή
για τους Μουσουλμάνους, Σάββατο για τους Εβραίους και Κυριακή για τους
Χριστιανούς. Κι ας ήταν ανάμεσά τους ο πατέρας σου. Προσπέρασα με
χαμηλωμένο το κεφάλι, ένοχα, βιαστικά.
Το 96% των μελών της
εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, δηλαδή 46.091 άνθρωποι στάλθηκαν
στο Άουσβιτς. Οι περισσότερες από τις εξήντα συναγωγές τους είναι πια
κατεστραμμένες, το νεκροταφείο συλημένο, τα σχολεία ερειπωμένα.
Ραχήλ ξέρω ότι σου οφείλω, ξέρω ότι τότε ολιγώρησα. μα ήταν τέτοιοι οι
καιροί καταλαβαίνεις, θα μου φύτευαν μία σφαίρα στο κεφάλι και πως να
δηλώσω, πως να δηλώσω τότε ότι σ’ αγαπώ; Πώς να σε κρατήσω; Πού να σε
κρύψω για να σε σώσω. Έμαθα ότι σε έστειλαν με την μητέρα σου σε
στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ήσουν τόσο όμορφο μωρό, τα χνώτα σου
λαμπύριζαν, μικρά σάλια σαλιγκάρια πάνω στο μάγουλό σου.
Πρέπει να
καταλάβεις το εξής. Σε μία πόλη σαν την Θεσσαλονίκη μένει κανείς
δέσμιος ανάμεσα στα τείχη της, προδομένος από το ίδιο της το λιμάνι,
φυλακισμένος στον Πύργο της, γιατί η ίδια η Πόλη σε αλέθει μέσα στους
μύλους της ιστορίας της.
Αν ζούσες θα ήσουν τώρα δώδεκα χρονών,
αρκετά μεγάλη για να καταλάβεις εκείνο το μοναδικό βράδυ που η μητέρα
σου γραπώθηκε από το κορμί μου επειδή ήταν το μόνο σταθερό της σύμπαν.
Ραχήλ, ίσως να μου έμοιαζες. Ίσως να με συγχωρούσες.
3. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ
Ώρα 15.30
12 September 2014
Από taxidiotis@otenet.gr
Προς Rosa2014@gmail.com
Αυτή η πόλη με κάνει να θέλω να την καταβροχθίσω ολόκληρη.
Περιπλανήθηκα πάνω στο κορμί της όλη μέρα. Ταυτόχρονα γράφω σε ένα
μπλοκάκι και τραβώ φωτογραφίες. Περιμένω την νύχτα που θα σε έχω
αγκαλιά. Προσπαθώ να ξεχάσω ότι έχεις εδώ μία ζωή ημέρας από την οποία
είμαι αποκλεισμένος. Επισκέφτηκα το Αρχαιολογικό Μουσείο, το Βυζαντινό
μουσείο, το Εβραϊκό μουσείο, ήπια καφέ στα Λαδάδικα, έφαγα σε μία
ταβέρνα στην Άνω Πόλη, είδα τα ανάγλυφα σημάδια του μετρό στην Εγνατία,
περιπλανήθηκα στην Ρωμαϊκή Αγορά, στα Αρχαία της Ναυαρίνου, άκουσα τους
τριγμούς της άλλης πόλη που κοιμάται από κάτω, επισκέφτηκα το παλιό
χαμάμ και το Αλατζά Iμαρέτ και μετά έτρεξα στην καινούργια παραλία,
ανέπνευσα την θάλασσα, την αρχή και την κοιτίδα, από τα Κάστρα ως την
Κρήνη την διέτρεξα και την αποχαιρέτησα Ρόζα μου. Συνειδητοποιώ ότι όλα
αυτά τα χρόνια η Θεσσαλονίκη ζούσε και ανέπνεε κάτω από το δέρμα μου.
Και ότι η αγάπη μου για σένα οφείλεται στην νοσταλγία μου γι αυτήν.
Απόψε Ρόζα που θα βρεθούμε θα σε ρωτήσω. Και αν μου απαντήσεις όχι, θα
κόψω τον ομφάλιο λώρο που με ενώνει με αυτή την πόλη μια για πάντα. Αφού
τώρα πια την έχω οριστικά κερδίσει.
[1] Η ανάρτηση αλιεύτηκε
από την προσωπική της σελίδα στο fb.
Μας τιμά με τη φιλία της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου