[περίληψη προηγουμένων]
Η κ.Μωβ ξύπνησε από τον λήθαργό της. Ο κ. Κόκκινος είναι πάντα στο προσκέφαλό της. Ο Λ. μένει κρυμένος στον κήπο του νοσοκομείου, ο Κ. στέκεται μπροστά στον τηλεφωνικό θάλαμο και περιμένει...
"Το κόλπο, συνάδελφε, ήταν στημένο τέλεια. Κανείς μπάτσος δεν θα μας έπαιρνε χαμπάρι... Η εντιμότητα, η ηλιθιότητά σου, το χάλασε. Πανάθεμά σε, αξιότιμε συνάδελφε! Πανάθεμά σε!".
Μιλιά δεν έβγαλε από το στόμα του ο Κ. Μα, έτσι ανοκτό που είχε μείνει, κοίταζε τον καλοβαλμένο άντρα, που αθόρυβα τον είχε πλησιάσει. Κουστουμάκι στην τρίχα, ακριβό πατούμενο, καμηλό παλτό και ρεμπούπλικα. Από την κορυφή ως τα νύχια, κύριος. Ο συνάδελφος Ξ.
Μάζεψε το σάλιο του και τα κατάφερε: "Άλλαξες, φίλε! Άλλαξες...".
"Ενώ εσύ ούτε ρούπι. Κακομοίρης ήσουνα, κακομοίρης είσαι. Κοίτα ντύσιμο. Μπάτσος είσαι και φαίνεται από χιλιόμετρα...".
Είδε τον εαυτό του στο τζάμι του τηλεφωνικού θαλάμου. Δεν είχε άδικο ο Ξ., αλλά αυτό ήταν το καλό του κουστούμι. Λέξη δεν είπε, αλλά ο άλλος ασυγκράτητος.
"Γκαντεμιά, φίλε! Διαταγή! Μαζί στην ίδια υπόθεση. Γκαντεμιά! Άκου... Κουμάντο κάνω εγώ...".
Και πάλι δεν τα κατάφερε ο Κ. Ούτε λέξη δεν βγήκε από το στόμα του, αλλά μια ιδέα στριφογύριζε ήδη στο μυαλό του...
[συνεχίζεται]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου