Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Σελιδοδείκτης 08.06.2015

Σελιδοδείκτης 51ος

Χόρχε Σεμπρούν
Ασκήσεις επιβίωσης
εισαγωγή: Ρεζίς Ντεμπραί, μετάφραση: Εφη Κορομηλά
εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2014

γράφει η Ρίκα Μπενβενίστε

Με το μελάνι των έμμονων αναμνήσεων

Αγωνιστής, διανοούμενος, συγγραφέας, σεναριογράφος, πολιτικός. Νεαρός αντιστασιακός στην κατεχόμενη Γαλλία, ο Σεμπρούν συλλαμβάνεται, βασανίζεται και εκτοπίζεται στο στρατόπεδο του Μπούχενβαλντ. Στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος με παράνομη δράση στην Ισπανία του Φράνκο, από το 1953 έως το 1962, διαφωνεί και διαγράφεται από το κόμμα. Υπουργός Πολιτισμού για τρία χρόνια, έως την αποχώρησή του από την κυβέρνηση Γκονζάλες, το 1991.


Οι όψεις του πλούσιου βίου του καθρεφτίζονται στο παλίμψηστο του λογοτεχνικού του έργου. Ενα ακόμη, το ύστατο, βιβλίο του αναμετριέται με τις αναμνήσεις από εμπειρίες που βρίσκονται στην καρδιά της ακραίας βίας που γνώρισε ο 20ός αιώνας. Μνήμες που δύσκολα εξημερώνονται και τακτοποιούνται. Γι’ αυτό και για πολλά χρόνια, για να μπορεί να ζει, ο Σεμπρούν τις απωθούσε· ανάμεσα στη γραφή και τη ζωή είχε επιλέξει τη δεύτερη. Εσπασε τη σιωπή του για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1960, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν αναγνώριζε τη δική του ιστορία στα λόγια των άλλων. Εγραψε τότε το Μεγάλο ταξίδι (ελλ. μτφρ. 1974) για το πενταήμερο ταξίδι σε ένα ασφυκτικά γεμάτο βαγόνι που οδηγούσε στο Μπούχενβαλντ. Στο Τι ωραία Κυριακή (ελλ. μτφρ. 1989) επιστρέφει και πάλι στο στρατόπεδο, ενώ στο Γραφή ή ζωή (ελλ. μτφρ. 1996) καταθέτει τη μαρτυρία του αλλά και τον στοχασμό του για τον θάνατο.

Οι Ασκήσεις επιβίωσης είναι ο πρώτος τόμος, που έμελλε να είναι και μοναδικός, αφού ο Σεμπρούν πέθανε το 2011, μιας «δίχως τέλος σειράς» στην οποία ο συγγραφέας θα επαναδιαπραγματευόταν συστηματικά τα βασικά αυτοβιογραφικά θέματα των προηγούμενων βιβλίων του. Στο σύντομο αυτό αφήγημα μιλά για την εμπειρία της αντίστασης στα χρόνια της νιότης του και προσεγγίζει ειδικότερα τη δοκιμασία του βασανιστηρίου. Με τρόπο λιτό αλλά σαφή, χωρίς πολλές περιγραφές και όμως ευθέως, χωρίς υπαινιγμούς. Με τρόπο, επίσης, στοχαστικό. Μια έμμονη επιστροφή στο παρελθόν, μια «σπειροειδής κατάδυση», κατά την εύστοχη διατύπωση του Ρ. Ντεμπραί, στην εισαγωγή του βιβλίου, «περνώντας ξανά και ξανά από τα ίδια μέρη και τα ίδια πρόσωπα, ανοίγοντας ξανά και ξανά τα ίδια συρτάρια». Το αφήγημα αρχίζει στο σήμερα, στο μπαρ του ξενοδοχείου «Λυτεσιά», όπου στο τέλος του πολέμου κατέλυαν οι εκτοπισμένοι που επέστρεφαν από τα στρατόπεδα. 

Εδώ ο ηλικιωμένος Σεμπρούν ανακαλεί «το νεαρό και διαθέσιμο φάντασμα του γέρου συγγραφέα». Η σπειροειδής γραφή τον οδηγεί σε άλλους τόπους και σε άλλες εποχές: στο στρατόπεδο όπου ταξινομεί τα δελτία που αναφέρονται στους νεκρούς κρατούμενους, στη Μαδρίτη, στα χρόνια της παρανομίας, στην έδρα της Unesco στο Παρίσι όπου εργάζεται μεταπολεμικά, στην Ισπανία όπου γίνεται υπουργός, ξανά στο Μπούχενβαλντ με την αφορμή της επιστολής από έναν συγκρατούμενο.

Στο αφήγημα ζωντανεύουν πρόσωπα, τόποι και γεγονότα, το δίκτυο της γαλλικής Αντίστασης το 1943, η σύλληψή του και η κράτησή του στην Γκεστάπο, η εκτόπισή του και η στρατοπεδική εμπειρία. Ο σύντροφος με το κωδικό όνομα «Τανκρέδος» τον είχε προϊδεάσει για όλες τις φρικιαστικές λεπτομέρειες που περίμεναν όσους έπεφταν στα δίχτυα της Γκεστάπο. Αλλά οι θεωρητικές περιγραφές, παρά την τρομακτική τους ακρίβεια, δεν προετοιμάζουν το σώμα, το σώμα δεν γνωρίζει εκ των προτέρων. «Ηταν σαν να ενσαρκωνόμουν μέσα στον πόνο, σαν ο πόνος να με έκανε να ανακαλύπτω, ταυτόχρονα με το σώμα μου, και την ευθραυστότητά του, τη γύμνια του, την περατότητά του».

Μπορεί να βγει κάτι «καλό» μέσα στο «απόλυτο κακό»; Αντίθετα με άλλους, όπως ο Ζαν Αμερί, που βίωσαν και στοχάστηκαν την ακραία βία και που τα βασανιστήρια τους έκαναν να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στον κόσμο, ο Σεμπρούν επιμένει στην αλληλεγγύη, στην κατάφαση στη ζωή: Κάποιοι με τη σιωπή τους τού έσωσαν τη ζωή. Η δική του σιωπή, παρά τα βασανιστήρια, έσωσε ζωές άλλων. Κάθε ώρα κερδισμένη για τη ζωή κάποιου άλλου, έκανε οικείο τον κόσμο έξω από τη βίλα των βασανιστηρίων, όπου τα φθινοπωρινά τριαντάφυλλα του κήπου μπορούσαν ακόμη να μοσχοβολούν.

Οι αναμνήσεις δεν ανασυσταίνουν όλες τις όψεις του παρελθόντος. Ο Σεμπρούν το γνωρίζει. Γνωρίζει επίσης ότι η δική του εμπειρία στο Μπούχενβαλντ δεν ταυτίζεται με εκείνες σε άλλα στρατόπεδα, ούτε καν με εκείνες των συγκρατουμένων του˙ ωστόσο, τις συναντά. Στις διασταυρώσεις αυτές, σε επεισόδια που ταράζουν και συγκινούν, οι αναγνώστες μπορούν να αναγνωρίσουν το οικουμενικό που ο ίδιος αναζητούσε.

Πηγή: εφημερίδα των συντακτών 

Ο σελιδοδείκτης κάθε Δευτέρα θα συναντάει βιβλία και θα μεταφέρει μια πρόταση ανάγνωσης. Βιβλία που διαβάσαμε ή και εκείνα που μας περιμένουν υπομονετικά. Έτσι, για να αποφύγουμε τον υποκειμενισμό της δικής μας ανάγνωσης, καταξιωμένες πένες  οδηγούν την παρουσίαση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου