Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Σελιδοδείκτης 21.03.2016


Σελιδοδείκτης 90ος
Αντρέας Φραγκιάς
Λοιμός
εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Αθήνα 1998


γράφει ο Δημήτρης Παλάζης


Ο Λοιμός του Αντρέα Φραγκιά (1921-2002) αρχίζει και τελειώνει στο ζόφο, στην έλλειψη διεξόδου, στην απίστευτη παράνοια ενός σωφρονιστικού συστήματος. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει περάσει από την Ικαρία και τη Μακρόνησο πληρώνοντας φόρο για τα πολιτικά του φρονήματα και την αντιστασιακή του δράση. Η αναφορά όμως στο ιστορικό και βιωματικό υλικό αποτελεί μόνο το πλαίσιο και την αφορμή για τη μυθοπλασία του Λοιμού.

Ο συγγραφέας ταχυδρομεί την αφήγησή του απ’ την κόλαση. Η λογική έχει περιοριστεί στο ελάχιστο. Όλος ο πληθυσμός των κρατουμένων σαν ένα σώμα αισθάνεται τις πληγές του που είναι και πληγές του καθενός. Οι καταστάσεις είναι στα όρια της ανθρώπινης αντοχής. Όμως: «Η αντοχή δεν έχει μέτρο για να ξέρεις κάθε φορά πόση διαθέτεις και πώς να την ξοδέψεις». Η εξουθένωση είναι ψυχοσωματική. Βασανιστήρια στο σώμα, βασανιστήρια στην ψυχή. Διπλή εξουθένωση. Άλλοι τραυματίζονται βαριά, άλλοι πεθαίνουν, τρελαίνονται, αυτοκτονούν. Ο ένας υποπτεύεται τον άλλο για καρφί: «εδώ υπάρχουν χιλιάδες μάτια που παρακολουθούν και εποπτεύουν. Κεντρικοί, συμπληρωματικοί, βοηθητικοί, εφεδρικοί, πλάγιοι, φανεροί και αόρατοι οφθαλμοί, με οπτική ειδίκευση και ορισμένο έργο». «Ποινές, χρέη, επειδή δεν χειροκρότησες, τόσα γιατί παρακολούθησες αδιάφορα την ομιλία, διπλάσια γιατί δεν προσήλθες αυθορμήτως στην εργασία σου, τριπλάσια γιατί στο βλέμμα σου υπήρχε η ύβρις…».  Η προστατευτική μοναχικότητα συγκρούεται με την ανάγκη για κοινωνικότητα.

Οι κρατούμενοι δεν έχουν ονόματα. Είναι κομμάτια ενός χαώδους παζλ που συντίθεται και αποσυντίθεται. Ο αφηγητής τους αποκαλεί με τα ψευδώνυμά, που προκύψανε από τι ζωή τους εκεί: ο κυνηγός, ο υδραυλικός που 'ναι καρφί, ο σοφέρ, ο ταχυδρόμος, ο καταστροφέας, ο εκκρεμής, ο ανεκτίμητος, ο περιδεής, ο καμπούρης, ο πρωτομάστορας, ο άνθρωπος με το κοριτσίστικο πρόσωπο, ο κάτωχρος άνθρωπος κ.ά.. Η ομαδοποίηση προσώπων και καταστάσεων που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας οδηγεί στην κατανόηση της αντιμετώπισης της ζωής στα οριακά πλαίσια διαβίωσης των κρατουμένων. Οι χαρακτήρες, «σκιές από μαύρο χαρτόνι», αντλούν την ύπαρξή τους από τη κοινή ζωή στο κολαστήριο, μοιάζουν να έχουν γεννηθεί εκεί, να μην υπήρξαν πριν κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι εκεί.

Το κυνήγι της μύγας επί ποινή και των ποντικών, η κατασκευή αχρείαστων τεχνικών έργων, η επιβολή του παραλογισμού στην πράξη και στις ομιλίες νουθεσίας των κρατούντων, της εξουσίας από τα μεγάφωνα είναι η καθημερινότητα της καταρράκωσης του ανθρώπου.

Ο ήλιος, το φως, η ζέστη και η θάλασσα, συνήθεις πηγές ευδαιμονίας του ανθρώπου, στο Λοιμό μεταβάλλονται σε «ήλιο που βαραίνει τις πέτρες», σε «απέραντο στρογγυλό ήλιο που σε πλακώνει», σε «ήλιος που είναι κούφιος, μια τρύπα στον ουρανό», σε «σκοτάδι λάμπει και στραβώνει», σε «κατάμαυρη θάλασσα κι έναν ανύπαρκτο ουρανό που μπερδευόταν με τους αφρούς της», «νερό που ερχόταν σαν μολύβι», σε «θάλασσα που έπηξε, το νερό που έγινε βαρύ»...

Ο λόγος του Αντρέα Φραγκιά είναι λιτός, χωρίς πολυτέλειες, με διακριτική χρήση της ειρωνείας, όσο του επιτρέπει το δραματικό γίγνεσθαι της ιστορίας του. Η απόδοση της πραγματικότητας εκτείνεται ώς τα χωράφια της αλληγορίας και του γκοτέσκου με ζοφερές ποιητικές εικόνες εμβαπτισμένες στο εξπρεσιονιστικό μελάνι.

Ο Λοιμός είναι ένα βιβλίο γραμμένο με πάθος για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του, ως μόνη διέξοδο από τα αρχέγονα πάθη και τα ανιμιστικά κατάλοιπα που τον καταδυναστεύουν. Στέκεται ακριβώς στον αντίποδα για να καταδείξει τι συμβαίνει, όταν χάνονται οι λέξεις άνθρωπος και πολιτισμός. Όταν «η ορμητική προϊστορία απλώνεται και αναστρέφει τα πάντα χιλιάδες χρόνια πίσω». Ο αφηγητής λέει χαρακτηριστικά: «Δέομαι για τον εαυτό μου να μη γίνω σαύρα, κεφαλόποδο, πολύποδας, οστρακοφόρο, να μη γυρίσω στην προϊστορία».

πηγή: Critique.gr


Ο Ανδρέας Φραγκιάς γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του Εμμανουήλ Φραγκιά από την Κρήτη και της συζύγου του Αλεξάνδρας. Μαθήτευσε στο Βαρβάκειο Πρότυπο Λύκειο (πρακτικό τμήμα) και γράφτηκε στην ΑΣΟΕΕ χωρίς να μπορέσει να αποφοιτήσει. Το 1947 έζησε εξόριστος στην Ικαρία για οχτώ μήνες. Τη στρατιωτική του θητεία υπηρέτησε επίσης εξόριστος στη Μακρόνησο. Από το 1945 ξεκίνησε η δημοσιογραφική του επαγγελματική δραστηριότητα από την εφημερίδα Ελεύθερη Ελλάδα. Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1955 με το μυθιστόρημα Άνθρωποι και σπίτια. Τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό βραβείο Μυθιστορήματος (1955 για το έργο του Το πλήθος). Έργα του μεταφράστηκαν στα γερμανικά, ρωσικά, ρουμανικά, ουγγρικά και γαλλικά. Το έργο του Αντρέα Φραγκιά τοποθετείται στο χώρο της μεταπολεμικής ελληνικής πεζογραφίας. Βασικό χαρακτηριστικό των μυθιστορημάτων του είναι το πλήθος ως κυρίαρχο πρόσωπο, χαρακτήρες που τείνουν να χάσουν την ατομικότητά τους μέσα από αλλοτριωτικούς μηχανισμούς, εντασσόμενους είτε σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι (στα πρώτα του έργα που αναφέρονται στην περίοδο της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου) είτε σε ένα γενικότερο απρόσωπο σύστημα (στα τελευταία του έργα). Το ύφος της γραφής του συνδυάζει τη ρεαλιστική απεικόνιση μιας κατάστασης που εξελίσσεται προς το χειρότερο με την αλληγορική λειτουργία των γεγονότων. Υπήρξε φίλος και συνεργάτης του Άρη Αλεξάνδρου και του Δημήτρη Χατζή. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 1988 για "Το πλήθος" και το 2000 με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο για το σύνολο του έργου του. Πέθανε στην Αθήνα το 2002.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου