Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2014

Σελιδοδείκτης [01.09.2014]


Ο σελιδοδείκτης -μια νέα στήλη- κάνει τα πρώτα της βήματα. Κάθε Δευτέρα θα συναντάει βιβλία και θα μεταφέρει μια πρόταση ανάγνωσης. Βιβλία που διαβάσαμε ή και εκείνα που μας περιμένουν υπομονετικά. Έτσι, για να αποφύγουμε τον υποκειμενισμό της δικής μας ανάγνωσης, καταξιωμένες πένες της κριτικής οδηγούν την παρουσίαση.


Σελιδοδείκτης 11ος:  ΑΡΙΣΤΟΣ ΔΟΞΙΑΔΗΣ  " Τ ο  Α ό ρ α τ ο  Ρ ή γ μ α " Ικαρος 2014

γράφει ο Θανάσης Γιαλκέτσης



Η πολιτική οικονομία της σύγχρονης Ελλάδας

Στη δημόσια συζήτηση για τα αίτια και τη θεραπεία της ελληνικής κρίσης κυριαρχούν ερμηνευτικές προσεγγίσεις που παραγνωρίζουν τις ιδιομορφίες της εθνικής οικονομίας. Τόσο η «τεχνοκρατική» προσέγγιση, που εστιάζει στον εκτροχιασμό των μακροοικονομικών μεγεθών, όσο και η «αριστερή», που υπογραμμίζει την αντίθεση χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου-λαού και τις ευθύνες του νεοφιλελευθερισμού, δεν αντανακλούν την ελληνική ιδιομορφία. Δεν απεικονίζουν δηλαδή σωστά τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και τους τρόπους με τους οποίους λειτουργεί στην πράξη η ελληνική οικονομία.

Ο Αρίστος Δοξιάδης αναλύει την ελληνική περίπτωση επισημαίνοντας τα κρίσιμα στοιχεία της ιδιομορφίας της, εκείνα που προσδιορίζουν τη διαφορά της από τις άλλες αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες και οικονομίες. Για τον σκοπό αυτό υιοθετεί τη «νεοθεσμική» θεωρητική οπτική, η οποία συσχετίζει τις διάφορες παραλλαγές του καπιταλισμού με τις ιστορικές καταβολές και τους θεσμούς κάθε χώρας. Φωτίζει έτσι και περιγράφει μια πολύπλοκη οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, που δεν χωράει σε προκατασκευασμένα θεωρητικά μοντέλα. 

Ένα βασικό γνώρισμα του ελληνικού μικροκαπιταλισμού είναι το μικρό μέγεθος των περισσότερων επιχειρήσεων και ο μεγάλος αριθμός των αυτοαπασχολούμενων. Αν συνυπολογίσουμε τη μεγάλη διασπορά της ιδιοκτησίας των ακινήτων, συμπληρώνεται η εικόνα μιας κοινωνίας μικροϊδιοκτητών και «πολυσθενών» υποκειμένων, η οποία δεν γνωρίζει τη συγκέντρωση του κεφαλαίου και την ταξική πόλωση που χαρακτηρίζουν συνήθως τον σύγχρονο ανταγωνιστικό καπιταλισμό. Στην Ελλάδα οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι πολύ λίγες και οι περισσότερες από αυτές είναι προμηθευτές του Δημοσίου. Το κράτος και οι δαπάνες του ήταν στη χώρα μας ο κυριότερος μηχανισμός συσσώρευσης του κεφαλαίου, που γέννησε μια κρατικοδίαιτη «ολιγαρχία». 

Αναλύοντας τις κυρίαρχες συλλογικές νοοτροπίες και τις μικροοικονομικές συμπεριφορές, ο Δοξιάδης εντοπίζει δύο ακόμη ουσιώδη γνωρίσματα της ελληνικής ιδιομορφίας: τις μεγάλες διαστάσεις που έχει η προσοδοθηρία, η αναζήτηση δηλαδή και εξασφάλιση εισοδημάτων που δεν αντιστοιχούν σε παραγωγική εργασία, και την ευρεία διάδοση καιροσκοπικών συμπεριφορών, που ναρκοθετούν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και συνεργασία και παρεμποδίζουν τη συμμόρφωση στους κανόνες. Ετσι εξηγείται, για παράδειγμα, η αποτυχία των συνεταιρισμών αλλά και η κακοδιαχείριση των κοινών αγαθών. 

Ο ιδιόμορφος ελληνικός καπιταλισμός δεν διαθέτει θεσμούς που να ευνοούν τη βιομηχανική οργάνωση και παραγωγή. Στηρίζεται στη συμμαχία της μικροϊδιοκτησίας και της προσοδοκρατίας με τους μεγάλους προμηθευτές του Δημοσίου, σε δύο πυλώνες οι οποίοι, παρά τις αντιθέσεις τους, ενισχύουν από κοινού την εσωστρέφεια και τον παρασιτισμό της ελληνικής οικονομίας. Ενα οικονομικό σύστημα χωρίς μεγάλες και διεθνώς ανταγωνιστικές επιχειρήσεις έχει αναπόφευκτα ισχνές παραγωγικές επιδόσεις. Η χαμηλή παραγωγικότητα της οικονομίας καθιστούσε αναγκαίο τον εξωτερικό δανεισμό, προκειμένου να χρηματοδοτούνται οι υψηλές καταναλωτικές δαπάνες των μεσαίων στρωμάτων και να διατηρούνται σε ένα ορισμένο επίπεδο τα εισοδήματα. Το κράτος δεν υποστήριζε δημόσιες πολιτικές υπέρ της παραγωγικότητας και της καινοτομίας. Η δημόσια (κακο-)διοίκηση αποσπούσε από την κοινωνία περισσότερους πόρους σε σχέση με τις υπηρεσίες που της παρείχε. Επιβάρυνε τον παραγωγικό τομέα της οικονομίας, όχι για να στηρίξει τους πιο αδύναμους, αλλά για να εξυπηρετήσει και να προστατέψει όσους βρίσκονταν «εντός του συστήματος». 

Καταλήξαμε έτσι, ακριβώς επειδή δεν είχαμε και δεν δημιουργήσαμε έναν ισχυρό παραγωγικό τομέα διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων, να έχουμε σταθερά και επί δεκαετίες ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και στο εμπορικό ισοζύγιο και υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα. Το αποτέλεσμα ήταν, όταν ξέσπασε η διεθνής κρίση, να βρεθούμε με το υψηλότερο δημόσιο χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ) στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Οταν μια χώρα πληρώνει σταθερά για τις εισαγωγές της πολύ περισσότερα χρήματα από εκείνα που εισπράττει για τις εξαγωγές της, οδηγείται μοιραία στον υπερδανεισμό και στην υπερχρέωση. Και επειδή σήμερα σχεδόν όλοι μιλούν για την αναγκαία αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, η πρώτη στρέβλωση που πρέπει να διορθωθεί είναι αυτή η ανισορροπία που οδήγησε την ελληνική οικονομία στη χρεοκοπία. 

Αναλύοντας μεθοδικά την πολιτική οικονομία της σύγχρονης Ελλάδας, ο Δοξιάδης αναδεικνύει το παραγωγικό πρόβλημα της χώρας και φωτίζει το «αόρατο ρήγμα» που διαχωρίζει δύο τομείς της ελληνικής οικονομίας. Ο πρώτος τομέας περιλαμβάνει τους διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους (βιομηχανία, γεωργία κ.ά.) που είναι εκτεθειμένοι στις πιέσεις των ξένων αγορών. Ο δεύτερος περιλαμβάνει τις μη εμπορεύσιμες οικονομικές δραστηριότητες (δημόσια διοίκηση, κοινωνικές υπηρεσίες, οικοδομή, τράπεζες, ΜΜΕ κ.ά.), που δεν επηρεάζονται άμεσα από τον διεθνή ανταγωνισμό. Επί δεκαετίες το μερίδιο του μη εμπορεύσιμου τομέα στην οικονομία αυξανόταν, ενώ ο εμπορεύσιμος τομέας συρρικνωνόταν, με αποτέλεσμα τη σταδιακή διάβρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας. 

Όσοι αναζητούν ιδέες και ρεαλιστικές προτάσεις για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται η ελληνική οικονομία και κοινωνία θα βρουν στο βιβλίο του Δοξιάδη μια πολύτιμη πηγή έμπνευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου