Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

"Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς": Ένα βιβλίο που πρέπει σωστά να διαβαστεί... του Μανόλη Αναγνωστάκη


"Έχω τη Ρηνιώ, τους φίλους μου, τα σκυλιά μου, τα δέντρα και μια κόλλα χαρτί που μπορεί να σε ανοίξει σε περιπέτειες που δεν φαντάζεσαι... ", γράφει ο Μίσσιος. 

Το μακρινό 1985 κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο, " Καλά εσύ σκοτώθηκες...νωρίς " και οι στήλες της εφημερίδας Η ΑΥΓΗ - κυκλοφορεί ήδη χωρίς σφυρορέπανο- φιλοξενούν την κριτική του ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη... 

Με αυτό το κείμενο -αναδημοσιεύτηκε στις 25.11.2012- το "τετράδιο", σκαλίζει μνήμες και αισθήματα της πρώτης μας νιότης... 

"Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς": Ένα βιβλίο που πρέπει σωστά να διαβαστεί.
του Μανόλη Αναγνωστάκη

Επείγομαι να επισημάνω την ξαφνική παρουσία ή μάλλον την εκρηκτική εισβολή του Χρόνη Μίσσιου στον χώρο της λογοτεχνίας μας.

Συνοπτικά, πρόχειρα, σαν "πρόδρομη ανακοίνωση" που λέμε.

Γιατί μιλάμε για λογοτεχνία και αυτό πρέπει από την πρώτη στιγμή να τονιστεί.
Τα πάθη και τα μάθη του Χρόνη Μίσσιου δεν είναι ένα συναρπαστικό περιπετειώδες σήριαλ, που με το απίστευτο περιεχόμενό του, αυτό καθ' αυτό, καθηλώνει και συγκλονίζει τον αναγνώστη.

Είναι σχεδόν κοινός τόπος και κοινή μοίρα για μια στρατιά συνανθρώπων μας, συντρόφων και συναγωνιστών μας σ' όλα αυτά τα ατέλειωτα σκοτεινά χρόνια, που πολλά έχουν καταγραφεί ήδη σαν βιωματικές καταθέσεις με αυθεντικότητα και ειλικρίνεια.

Δεν πρόκειται λοιπόν για ένα ακόμη μαρτυρολόγιο αποκαλυπτικό. Αποκαλυπτική είναι η γραφή του Χρόνη Μίσσιου που μεταστοιχειώνει το Γεγονός στη σφαίρα του συμβόλου μέσα από μια διάλεκτο προσωπική που δεν ανήκει ούτε στο χρονικό, ούτε στο ντοκουμέντο, ούτε στην ωμή μαρτυρία.
Η φτώχεια πραγματικής ζωής που υπάρχει σε πολλά κείμενα των νεότατων πεζογράφων μας - και που αναπληρώνεται με μυθοπλαστικές επινοήσεις και κατασκευές αμφίβολης πειστικότητας - είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό των άχαρων καιρών μας.
Συνέπεια (ή διέξοδος;): οι ασκήσεις φραστικής δεξιοτεχνίας, οι αγωνιώδεις αναζητήσεις της πρωτοτυπίας, η υποκατάσταση του αναιμικού ουσιαστικού με τον εντυπωσιασμό.

Οι σκόπελοι αυτοί δεν υπάρχουν για τον Χρόνη Μίσσιο. Αρκεί να απλώσει το χέρι του και να αναμοχλεύσει το απέραντο, χωρίς βυθό, ορυχείο της μνήμης του - και από εκεί σαν τεχνίτης, να επιλέξει.
Δεν υποκύπτει στον πειρασμό: "Ν' αφήσει τα πράματα να μιλήσουν μόνα τους" - δεν σταθμεύει στη θεματογραφία της Εποχής.
Ξέρει πως αυτά καθαυτά τα πράγματα που έχει βιώσει έχουν μια συγκινησιακή δυναμική τέτοια, που απλώς λεγόμενα κατά παράταξιν να συμπαρασέρνουν αβίαστα τον αναγνώστη και να τον κατακτούν.

Φυσικά, αυτό δεν του αρκεί. Μιλάμε για λογοτεχνία και όχι για χρονογραφία. Το συμβάν να μη μένει απλό συμβάν, αλλά να αποτελεί τον πυρήνα για μια παραπέρα, εκ νέου βίωση από τον αναγνώστη, μέσα από τη γλώσσα της λογοτεχνίας που είναι άλλη γλώσσα, που δεν καταγράφει αλλά συνθέτει, που δεν περιγράφει αλλά υποβάλλει με τους δικούς της μαγικούς και ιδιότυπους κανόνες λειτουργίας και υποβολής.

Η έλλειψη κάθε ερείσματος "παιδείας" με τη σημασία του όρου που συνηθίσαμε, μας προϊδεάζει, θέλουμε δεν θέλουμε, για ένα συγγραφικό αποτέλεσμα με λίγο πολύ καθορισμένες προδιαγραφές.
Αρκετοί "ασπούδαχτοι" πέρασαν από τη λογοτεχνία μας - σε εποχές που η κατάκτηση κάποιων ευρύτερων γνώσεων αποτελούσε λίγο πολύ προνόμιο - και τη σημάδεψαν με χαρακτηριστικές σελίδες, ενίοτε σπάνιας ιδιοτυπίας και ομορφιάς.

Κλασικά "ασπούδαχτος" και ο Χρόνης Μίσσιος - τίτλος του: απόφοιτος Β' Δημοτικού - θα μπορούσε να αποτελέσει μια ακόμη γραφική περίπτωση "ταλέντου" που αναγκαστικά σταθμεύει σε πρωτοβάθμιους αλλά γοητευτικούς τρόπους γραφής - μια περίπτωση που θα προκαλούσε την προσοχή, τη συμπάθεια και ολίγον τη συγκατάβασή μας.

Φυσικά, δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Το πεζογραφικό τάλαντο του Χρόνη Μίσσιου δεν ανήκει σ' αυτή τη συνομοταξία. Δεν είναι ο ναΐφ που εμείς οι "ενημερωμένοι" του βρίσκουμε ενδιαφέροντα στοιχεία υπολανθάνοντος μοντερνισμού και αποθαυμάζουμε. Είναι εντελώς μέσα στο νόημα της σύγχρονης πεζογραφικής αντίληψης ενήμερος και υποψιασμένος - και που "παίζει" αν θέλετε πού και πού τον ναΐφ, εκμεταλλευόμενος τις δυνατότητες και τη γοητεία του ιδιώματος.
Κι αυτό ακριβώς επιθυμώ σε τούτο το σύντομο σημείωμα να επισημάνω με έμφαση, ώστε να μην προκύψουν παρανοήσεις.

Στη δικαιοδοσία και τη χρέωση της Κριτικής, θα μείνει και το επίμαχο θέμα της "ιδεολογικής γραμμής του βιβλίου και που φυσικά θα αποτελέσει σημείο αντιλεγόμενο.

Ήδη, εντελώς δημοσιογραφικά και αβασάνιστα γράφτηκε για απόπειρα "απομυθοποίησης" της Εποχής - και σίγουρα η εικονοκλασσική γραφή δεν εναρμονίζεται με συγγραφικές προδιαγραφές που μάθαμε ως τώρα πως οφείλουν να συμπορεύονται με ένα συγκεκριμένο κλίμα.

Ο προσεκτικός αναγνώστης - αυτός που δεν περιμένει να διαβάσει αυτά που θέλει να διαβάσει και όπως θέλει να τα διαβάσει για να δικαιωθεί ακόμη μια φορά η προσχηματισμένη οπτική του - δεν θα αιφνιδιαστεί. Αν έχει και ο ίδιος κάποιες παράλληλες εμπειρίες και βιώματα και αν έχει φτάσει να κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τον συγγραφέα, σίγουρα θα αποδεχτεί το μήνυμα, θα εννοήσει η "απομυθοποίηση" προς πού και προς ποιους λειτουργεί.

Ο Χρόνης Μίσσιος, χωρίς να είναι ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της Εποχής, απλή ανώνυμη μονάδα της μεγάλης στρατιάς και αυτό, επιχειρεί από τα μέσα, όχι από τα πάνω να συναγάγει ένα νόημα, ένα συμπέρασμα, ένα γιατί, όχι για να απολογηθεί, να διδάξει ή να φρονηματίσει - για να μεταγγίσει με τη δική του γλώσσα, τη γλώσσα της τέχνης, το μήνυμα πως τίποτα, παρ' όλα αυτά, δεν πήγε χαμένο.

Ένα κέρδος και τούτο το σκληρό, το χωρίς ίχνος γλυκερότητας (εκτός αν τη συγχέουμε με την τρυφερότητα και τη βαθιά κατακτημένη ανθρωπιά), τούτο το αμείλικτο βιβλίο - ένα κέρδος και γι' αυτόν και για μας.

Ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί με μία προϋπόθεση: Να διαβαστεί σωστά.

"Αυγή", Κυριακή 12 Ιανουαρίου 1985

σημείωση: 
Καλοκαίρι του `85. Είχαμε μόλις τελειώσει με το βάσανο των πανελληνίων. Το δώρο του φίλου και συντρόφου Στέλιου Κ. ήταν το βιβλίο του Μίσσιου. Θυμάμαι την αφιέρωσή του: "Να το διαβάσεις καλά! Όχι με τον τρόπο που διάβαζες για τις εξετάσεις..." Εκείνος είχε ήδη διαβάσει την κριτική του ποιητή.  

1 σχόλιο:

  1. "Επανάσταση μεγάλη είναι για μένα το ότι κατάφερα και γλύτωσα, έσωσα την τρυφερότητά μου, το ρομαντισμό μου(…) Τώρα θέλω να παραμείνω ο κάποιος άλλος, ο διαφορετικός, και αυτό σημαίνει μεγάλο αγώνα για να αποκρούσεις την καθημερινή βαρβαρότητα". [Χρόνης Μίσσιος]

    Διαβάστε εδώ, κείμενο του φίλου Γιώργου Πιέρρου για τον "καπετάνιο του διαφορετικού" [από το εξαιρετικό dim/art]: http://dimartblog.com/2013/11/20/%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CE%BC%CE%AF%CF%83%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82-1930-2012/

    ΑπάντησηΔιαγραφή